Ζακ Ρανσιέρ: Να βγούμε από το μίσος



Ένα χρόνο μετά το Σαρλί και δυο μήνες μετά την επίθεση στο Μπατακλάν, πώς βλέπετε την κατάσταση της γαλλικής κοινωνίας; Είμαστε σε πόλεμο;
Ο επίσημος λόγος λέει ότι είμαστε σε πόλεμο αφού μια εχθρική δύναμη μας πολεμά. Οι επιθέσεις που διαπράχθηκαν στην Γαλλία έχουν ερμηνευθεί ως επιχειρήσεις αποσπασμάτων που εκτελούν στο έδαφός μας πολεμικές πράξεις για λογαριασμό του εχθρού. Το ζήτημα είναι να ξέρουμε ποιος είναι ο εχθρός. Η κυβέρνηση υιοθέτησε την λογική Μπους, ενός πολέμου που είναι ταυτόχρονα ολοκληρωτικός (αποβλέπουμε στην καταστροφή του εχθρού) και επικεντρωμένος σε έναν συγκεκριμένο στόχο, το ισλαμικό κράτος. Κάποιοι διανοούμενοι συμπληρώνουν, δίνοντας μια άλλη απάντηση σύμφωνα με την οποία το Ισλάμ μας έχει κηρύξει πόλεμο και επιχειρεί ένα παγκόσμιο σχέδιο για να επιβάλλει το νόμο του στον πλανήτη. Αυτές οι δύο λογικές συναντώνται στο βαθμό που η κυβέρνηση, στην μάχη της ενάντια στο Daesh, πρέπει να ενεργοποιήσει ένα αίσθημα εθνικό, ένα αίσθημα που είναι αντιμουσουλμανικό και αντιμεταναστευτικό. Η λέξη “πόλεμος” είναι ο σύνδεσμος.

Τι είναι το Daesh; Κράτος, τρομοκρατική οργάνωση; Και στις δυο περιπτώσεις δεν είναι νόμιμο να το πολεμήσουμε;
Το Daesh ασκεί την κυριαρχία του σε ένα έδαφος, διαθέτει οικονομικούς και στρατιωτικούς πόρους, έχει λοιπόν κάποια χαρακτηριστικά κράτους. Ωστόσο, παραμένει στην λογική των ενόπλων συμμοριών. Ο σχηματισμός της στρατιωτικής του δύναμης από τον στρατό του Σαντάμ Χουσεΐν είναι μία συνέπεια της αμερικανικής εισβολής. Αλλά, η ικανότητά του να στρατολογεί στο έδαφός μας εθελοντές που συντάσσονται στην μάχη του, μας αφορά άμεσα. Εγγράφεται στην παγκόσμια λογική του σημερινού κόσμου που τείνει στο να υπάρχουν μόνο Κράτη και εγκληματικές συμμορίες. Πριν, υπήρχαν “μεγάλες συλλογικές υποκειμενικότητες” -για παράδειγμα το εργατικό κίνημα- που επέτρεπε στους αποκλεισμένους να περικλείονται στον ίδιο κόσμο με αυτούς ακριβώς που πολεμούσαν. Η λεγόμενη νεοφιλελεύθερη επίθεση συνέθλιψε αυτές τις δυνάμεις και τώρα ποινικοποιεί την πάλη των τάξεων, όπως το βλέπουμε ακόμα στην περίπτωση της Goodyear. Οι αποκλεισμένοι στρέφονται προς υποκειμενικότητες ταυτοτήτων θρησκευτικού τύπου και προς εγκληματικές και πολεμικές μορφές δράσης. Την μετατόπιση ταυτότητας και μίσους έχουμε να πολεμήσουμε. Αν η αστυνομία διαχειρίζεται τα εγκλήματα, η πολιτική είναι που διαχειρίζεται το μίσος. Όταν λέμε ότι βρισκόμαστε σε πόλεμο με το Ισλάμ, ανακατεύουμε έγκλημα και μίσος, αστυνομική καταστολή και πολιτική δράση, σε μία και μόνο λογική, και άρα διατηρούμε το μίσος. Αυτό ακριβώς συμβαίνει με το παράλογο ζήτημα της απώλειας της εθνικότητας· αδυνατεί να προλάβει τα εγκλήματα, αλλά θα είναι αποτελεσματικό στο να θρέψει το μίσος που τα γεννά.

Τι θα έπρεπε να κάνουμε για να μην υποκύψουμε σε αυτήν την σύγχυση;
Πρέπει να λάβουμε σοβαρά υπόψη μας την κατάσταση της δυνάμει απόσχισης ενός μέρους του πληθυσμού, που είναι ικανό να μετατραπεί σε μαχητή. Αυτό σημαίνει να ξανακοιτάξουμε τους λόγους και τις διαδικασίες που έθρεψαν το μίσος, να πολεμήσουμε με σοβαρότητα την ανεργία, όπως και τις ανισότητες και τις διακρίσεις κάθε είδους, να ξανασκεφτούμε τους τρόπους με τους οποίους μπορούν να ζήσουν μαζί άνθρωποι που ζουν και σκέφτονται με διαφορετικό τρόπο. Είναι ένα δύσκολο καθήκον για όλους. Ιδανικά, μόνο η ανασυγκρότηση ισχυρών “συλλογικών υποκειμενικοτήτων”, πέρα από τις λεγόμενες “πολιτισμικές” διαφορές, θα μπορούσε να δώσει λύση στην κατάσταση που γνωρίζουμε. Αλλά το λιγότερο που μπορούμε να κάνουμε άμεσα είναι να βγούμε από τον λόγο περί θρησκευτικού πολέμου.

Μιλάτε εδώ για τον λεγόμενο “ρεπουμπλικανικό” λόγο;
Αυτός ο λόγος συνέβαλε σε μεγάλο βαθμό στη δημιουργία κλίματος μίσους. Πρέπει να μάθουμε απ' αυτό. Όπως και πρέπει όλοι να εργαστούμε σε βάθος. Οι μουσουλμανικοί πληθυσμοί οφείλουν και αυτοί να πουν πώς θέλουν να ζουν με τους άλλους, πώς θέλουν να είναι μέρος του κόσμου μας και να επινοήσουν πολιτικές μορφές συμμετοχής. Σε προηγούμενες εργασίες μου, ασχολήθηκα με τους προλεταρίους του 19ου αιώνα που η κυρίαρχη αναπαράσταση τούς είχε εκτοπίσει σε έναν χωριστό κόσμο. Ήταν εκεί για να δουλεύουν, ενδεχομένως να φώναζαν ή να εξεγείρονταν όταν δεν ήταν ικανοποιημένοι, αλλά όχι να σκέφτονται ή να μιλούν ως μέλη του κοινού κόσμου. Κι έπειτα, μια μέρα, κάποιοι από αυτούς αποφάσισαν πως ήξεραν και να σκεφτούν και να μιλήσουν. Κι έγραψαν μπροσούρες, απεργιακά μανιφέστα, εργατικές εφημερίδες, ποιήματα. Με τον λόγο και την πάλη δήλωσαν ότι ανήκουν στον ίδιο κόσμο με τους άλλους, κινδυνεύοντας να εμφανιστούν ως εκπρόσωποι των “χωρίς μέρος”. Για να βγούμε από την λογική του διαχωρισμού και του μίσους θα πρέπει αυτοί που βρίσκονται σήμερα στο περιθώριο της εθνικής κοινότητας να επινοήσουν μορφές μαχητικής συμμετοχής σε έναν κοινό κόσμο. Αυτό πάει πέρα από την ιδέα της ενσωμάτωσης που ανήκει ακόμα στην λογική της διάκρισης.

Ο τζιχαντισμός ασκεί έλξη σε κάποιους νέους, ακόμα κι αν δεν έχουν καμιά σχέση με το Ισλάμ. Κάποιοι αναλυτές το ερμηνεύουν σαν σύμπτωμα της Δύσης που απέτυχε να εξαφανίσει κάθε δυνατότητα απολύτου. Δεν είναι καιρός να επινοήσουμε εκ νέου ιδανικά;
Η καταστροφή των ιδανικών είναι ένα παλιό θέμα που απαντάται ήδη στο Μανιφέστο του Κομμουνιστικού Κόμματος. Η αστική τάξη, έλεγε ο Μαρξ, “έπνιξε στα παγωμένα νερά του εγωιστικού υπολογισμού τα ιερά ρίγη του ευλαβικού ρεμβασμού, του ιπποτικού ενθουσιασμού, της μικροαστικής μελαγχολίας”. Στο Μίσος για την Δημοκρατία δείχνω πώς αυτό έγινε ένα αντιδραστικό θέμα που στιγματίζει. Περιγράψαμε τους νέους των προαστίων σα να είναι θύματα του μηδενισμού της εμπορικής κατανάλωσης και την ίδια στιγμή χειραγωγημένοι από τους ισλαμιστές στο όνομα πνευματικών αξιών. Αυτές οι αναλύσεις, ξεκινώντας από την καπιταλιστική καταστροφή των ιδεωδών και φτάνοντας στα εγκλήματα φανατισμού, ανοίγουν, μεταξύ του ευρύτατου εξηγητικού πλαισίου τους και του συγκεκριμένου σημείου εφαρμογής του, ένα κενό που γεμίζει από το μίσος και τον στιγματισμό. Κι έπειτα, δε νομίζω ότι μας λείπουν τα ιδεώδη. Περιτριγυριζόμαστε από ανθρώπους που θέλουν να σώσουν τον πλανήτη, που πηγαίνουν να φροντίσουν τραυματίες στις τέσσερις γωνιές του κόσμου, προσφέρουν γεύματα στους πρόσφυγες και αγωνίζονται για να ζωντανέψουν τις μη προνομιούχες γειτονιές. Είναι πολύ περισσότεροι οι άνθρωποι που αφιερώνονται σήμερα σε αυτά απ' ότι στην εποχή μου. Δεν μας λείπουν τα ιδανικά, μας λείπουν οι συλλογικές υποκειμενικότητες. Ιδανικό είναι αυτό που παρακινεί τους ανθρώπους να ασχοληθούν με τους άλλους. Συλλογική υποκειμενικότητα είναι αυτό που κάνει όλους αυτούς τους ανθρώπους, μαζί, να συνιστούν έναν λαό.

Με ποιόν τρόπο συγκροτούμε έναν λαό; Γίνεται απαραίτητα σε εθνική κλίμακα;
Ένας λαός, με την πολιτική έννοια, σχηματίζεται πάντα σε απόσταση ως προς την κρατική μορφή του λαού. Γι' αυτό, χρειάζονται συμβολισμοί ισότητας, ανοιχτοί σε όλους και που, πέρα από τα ειδικά θέματα -πρόσφυγες, οικολογία, προάστια- επιτρέπουν την συμπερίληψη των “χωρίς μέρος”. Αλλά ένας λαός σχηματίζεται επίσης τοπικά, σε σχέση με μια δεδομένη κυριαρχία που ασκείται γενικά σε έναν εθνικό χώρο. Το κίνημα της 15ης Μαΐου στην Μαδρίτη (οι Αγανακτισμένοι) οικοδομήθηκε γύρω από μια ρήξη με την λογική των κομμάτων που μονοπωλούν την κοινή εξουσία· το κίνημα της πλατείας Ταξίμ στην Ιστανμπούλ, γύρω από ένα ανοιχτό χώρο για όλους που το κράτος ήθελε να μετατρέψει σε εμπορικό χώρο. Ακόμα κι αν το κεφάλαιο είναι παγκόσμιο, η δράση εμφανίζεται εκεί όπου αυτό αναδύεται. Το έθνος είναι ένας συλλογικός συμβολισμός και, όπως κάθε συμβολισμός, είναι το διακύβευμα διαρκούς πάλης, στη Γαλλία όπως και αλλού. Μέσα σε αυτήν την προοπτική πρέπει να σκεφτούμε την επίθεση στην γαλλική ταυτότητα από τις αρχές του 2000, απόγειο μιας διανοητικής αντεπανάστασης που προοδευτικά απέκοψε το γαλλικό έθνος από την επαναστατική, σοσιαλιστική, εργατική, αντιαποικιακή και αντιστασιακή κληρονομιά του, για να το συρρικνώσει σε ένα έθνος λευκό και χριστιανικό.

Η πανταχού παρουσία του θέματος της έλλειψης ασφάλειας σχετίζεται με την αυτήν την “αντεπανάσταση”;
Όπως και τείνει στην θεσμοθέτηση μιας συλλογικής ταυτότητας σε υποχώρηση. Η σημερινή κυβέρνηση ακολουθεί το μάθημα του Μπους· οι κυβερνήτες μπορούν καλύτερα να πετύχουν την συμμετοχή, όταν εμφανίζονται σαν αρχηγοί πολέμου. Μπροστά στην ανεργία, πρέπει να επινοήσουν λύσεις και να αντιμετωπίσουν την λογική του κέρδους. Όταν μετατρέπονται σε αρχηγούς πολέμου, είναι αμέσως πολύ πιο εύκολο, ιδιαίτερα σε μια χώρα που ο στρατός, παρ' όλα αυτά, είναι ένας από τους καλύτερα εκπαιδευμένους στο κόσμο. Οι κυβερνήτες μας, αυτό που ξέρουν να κάνουν καλύτερα, δεν είναι να διαχειρίζονται την ασφάλεια, αλλά το αίσθημα ανασφάλειας. Είναι πολύ διαφορετικό, συχνά είναι το αντίστροφο. Το Νοέμβριο του 2005, θα είχαν ίσως αποφύγει εβδομάδες σοβαρών συγκρούσεων, αν ο τότε υπουργός εσωτερικών ασχολείτο λιγότερο με το να κάνει το αίσθημα ανασφάλειας πλατφόρμα της παρουσίασης του προεδρικού του προγράμματος και περισσότερο με το να αναζητήσει μορφές ηρεμίας και διαλόγου ικανές να εξασφαλίσουν την ασφάλεια εκ των πραγμάτων.

Ο Μανουέλ Βαλς καταγγέλλει την αναζήτηση “κοινωνιολογικών εξηγήσεων”, θεωρώντας αυτές έναν τρόπο να δικαιολογηθούν οι δράστες των επιθέσεων. Πώς αναλύετε αυτήν την καταγγελία, εσείς που επίσης έχετε κάνει κριτική -όχι την ίδια- στην κοινωνιολογία του Πιέρ Μπουρντιέ;
Η “κουλτούρα της δικαιολόγησης” είναι ένα απλό φόβητρο που κραδαίνουν για να αποδείξουν a contrario πως μόνο τα κατασταλτικά μέτρα είναι αποτελεσματικά. Αλλά οι συνέπειες είναι αμφίβολες. Σίγουρα, η κοινωνιολογία ενός μη προνομιούχου περιβάλλοντος δεν θα μπορέσει ποτέ να πει γιατί δέκα ή είκοσι μέλη αυτού του περιβάλλοντος θα γίνουν τζιχαντιστές και να εμποδίσει το πέρασμα στην πράξη. Αλλά, ούτε το ευνοεί ούτε το δικαιολογεί. Τα πράγματα όμως είναι διαφορετικά με τον θόρυβο γύρω από την ασφάλεια. Αυτοί που γνωρίζουν πολύ πιο φοβερές τιμωρίες δεν θα αποθαρρυνθούν με τέτοιες απειλές. Αντιθέτως, συντηρείται με αυτόν τον τρόπο η κουλτούρα της εξιλέωσης, ακραία μορφή της οποίας είναι ο τζιχαντισμός. Αυτήν την κουλτούρα πρέπει να πολεμήσουμε. Πρέπει, χωρίς την βοήθεια κάποιας επιστήμης, να πείσουμε τους άραβες μαθητές πως δεν ωφελεί να εκδικηθούν για τα εγκλήματα του ισραηλινού κράτους, έναν εβραίο καθηγητή. Αλλά, για να είναι αυτό δυνατό, πρέπει επίσης να πάψουμε να μετασχηματίζουμε την διαμαρτυρία γι αυτά τα εγκλήματα σε αντισημιτικό αδίκημα.

Ως στοχαστή, σας τοποθετούν συχνά στην “ριζοσπαστική”, άρα αντικαπιταλιστική αριστερά. Ωστόσο, στις αναλύσεις σας, συνήθως, θεωρείται υπεύθυνες τις πολιτικές και διανοητικές εξουσίες παρά τις οικονομικές δυνάμεις.
Υπάρχουν κάποιοι που πιστεύουν ότι το να είσαι αριστερός σημαίνει να επικεντρώνεσαι πάντα στην κυριαρχία του κεφαλαίου. Αυτή η θέση της “αριστεράς” οδηγεί τελικά σε μια σκυθρωπή παραίτηση μπροστά στο νόμο ενός συστήματος. Μα ακριβώς μέσα στον πολιτικό χώρο οργανώνονται οι μορφές κοινότητας που επιτυγχάνουν την καπιταλιστική κυριαρχία ή που αντιτίθενται σε αυτήν. Δεν είναι η τράπεζα και η οικονομία αυτές που κατασκευάζουν τις μορφές της κοινής γνώμης που δημιουργούν έναν λαό όπως τον θέλουν. Οι πολιτικοί, οι διανοούμενοι και η τάξη των ΜΜΕ κάνουν αυτήν την δουλειά. Σ' αυτό το σημείο παίρνω αποστάσεις από έναν μαρξισμό που θεωρεί σαν απλές εκφάνσεις τους πολιτικούς συμβολισμούς που παράγονται στο πεδίο της κοινής γνώμης και των θεσμών. Είναι ένα αληθινό πεδίο μάχης. Αν πούμε ότι τίποτα δεν θα αλλάξει όσο διαρκεί η καπιταλιστική κυριαρχία, μπορούμε να είμαστε ήσυχοι· τα πράγματα θα μείνουν όπως είναι μέχρι το τέλος του κόσμου.

Πάντως ο μετασχηματισμός των ανθρώπινων ανταλλαγών σε εμπορικές σχέσεις, μοιάζει στο εξής να κυριαρχεί στο σύνολο του κόσμου. Αυτό δεν είναι απογοητευτικό;
Εδώ πάλι, η άμεση συρρίκνωση της ιδεολογίας στην οικονομία παρακάμπτει το πολιτικό ζήτημα. Είναι ένα επαναλαμβανόμενο θέμα. Την δεκαετία του '20 καταγγείλαμε τον κινηματογράφο, όπου οι εικόνες θα αποχαύνωναν τις λαϊκές τάξεις. Την δεκαετία του '60 κατηγορούσαμε το πλυντήριο και τα τυχερά παιχνίδια ότι θα απομάκρυναν τους προλετάριους από την επανάσταση... Φετιχοποιούμε σήμερα την παντοδυναμία του εμπορεύματος, λες και η απλή παρουσία ενός iPhone τελευταίας τεχνολογίας στην βιτρίνα θα αρκούσε για να καταπιεί συνειδήσεις στο στομάχι του τέρατος. Η πολιτική αδυναμία σήμερα δεν έρχεται από την υπνωτική δύναμη του τελευταίου gadget. Έρχεται από την δική μας αδυναμία να συλλάβουμε μια συλλογική δύναμη, ικανή να δημιουργήσει έναν κόσμο καλύτερο από αυτόν που υπάρχει. Αυτή η αδυναμία τράφηκε από την αποτυχία των επαναστατικών κινημάτων των δεκαετιών του '60 και του '70, από την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης, από την απογοήτευση όσον αφορά τις δημοκρατικές προσδοκίες που άνοιξε αυτή η πτώση, από την παγκοσμιοποίηση και τις συνέπειές της στον γαλλικό βιομηχανικό ιστό. Αυτό που αποθάρρυνε τις προοδευτικές δυνάμεις στη Γαλλία δεν είναι το εμπόρευμα αλλά η σοσιαλιστική δύναμη.

Στη Γαλλία, ίσως, αλλά σε παγκόσμιο επίπεδο; Η μεσαία τάξη στην Κίνα ή στην Ινδία, που καταναλώνει όπως εμείς, δεν είναι θύμα της ίδιας απογοήτευσης;
Σε παγκόσμιο επίπεδο υπάρχουν διαφορετικές διαγνώσεις. Το νέο στέλεχος στην Κίνα που βλέπει τηλεόραση σε μεγάλη οθόνη από την πολυτελή μπανιέρα του αντιπροσωπεύει μια μικρή μερίδα της χώρας του. Για την συντριπτική πλειοψηφία του παγκόσμιου πληθυσμού, το πρόβλημα δεν είναι ο υποτιθέμενος μηδενισμός που προκάλεσε ο ύστερος καπιταλισμός, είναι η έλευση ή η επαναφορά μορφών άγριας εκμετάλλευσης και συγκεντρωτικών βιομηχανικών συστημάτων, ίδιον του πρώιμου καπιταλισμού. 

Μετάφραση: Ρούλα Λαμπράκη
Πηγή: Bibliobs
Ζακ Ρανσιέρ: Να βγούμε από το μίσος Ζακ Ρανσιέρ: Να βγούμε από το μίσος Reviewed by Afterhistory on 8:40:00 μ.μ. Rating: 5

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Από το Blogger.