Το μετέωρο βήμα της εκπαίδευσης: Δυο φοιτητές κουβεντιάζουν με τον πρύτανη του Α.Π.Θ
Μέρος A'
O προβληματισμός μας γύρω απο τις "προτεινόμενες αλλαγές" στην παιδεία μάς ώθησε να ζητήσουμε την άποψη του Πρύτανη του μεγαλύτερου πανεπιστημίου των Βαλκανίων Γιάννη Μυλόπουλου, μιας και μέχρι στιγμής είναι ο μοναδικός που κοινοποίησε τη θέση του πάνω στο ζήτημα. Αναπάντεχα γίναμε δεκτοί στο γραφείο του στην πρυτανεία και κουβεντιάσαμε διεξοδικά γύρω απο το στρογγυλό τραπέζι...
Λένε πως ότι δεν μπορείς να μεταρρυθμίσεις σε αφομοιώνει και σε αλλοτριώνει. Σε ποιο βαθμό συνέβη αυτό με την ακαδημαϊκή κοινότητα;
Έχουμε μιλήσει πολλές φορές για μεταρρυθμίσεις, αλλά η δική μου αίσθηση είναι πως καμία απο τις τελευταίες μεταρρυθμίσεις δεν ήταν πραγματικά μια μεταρρύθμιση με την έννοια της μετατροπής, της μετακίνησης προς προοδευτική κατεύθυνση γιατί η μεταρρύθμιση δεν έχει μόνο την έννοια της αλλαγής, έχει και μια έννοια αλλαγής εμπροσθοδρομικής. Λοιπόν έχω την αίσθηση πως όλες οι προηγούμενες μεταρρυθμίσεις ήταν ψευδεπίγραφες, ψευδεπώνυμες. Η δική μου άισθηση αυτή την στιγμή είναι πως η παιδεία δεν χρειάζεται μια απλή μεταρρύθμιση με την τρέχουσα έννοια του όρου. Η παιδεία και η χώρα χρειάζεται μια γενικότερη μορφωτική επανάσταση. Συνηθίζουμε να μιλάμε για τα διαδικαστικά και τα τυπικά και να αφήνουμε πίσω το μείζον ζητούμενο του εκπαιδευτικού συστήματος που είναι ο μορφωτικός χαρακτήρας της παιδείας.Συζητάμε κυρίως για θέματα που είναι περιφερειακά της κυρίως υπόθεσης που είναι η μετάδοση της γνώσης και γιατί όχι και η παραγωγή της γνώσης, η έρευνα. Αυτή είναι η καρδιά του εκπαιδευτικού συστήματος και η κυρίως αποστολή ενός δημόσιου εκπαιδευτικού συστήματος. Εάν θέλουμε να μιλήσουμε για την ουσία του ζητήματος πρέπει να μιλήσουμε για την μόρφωση, όποια παρέχεται η δεν παρέχεται απο το σημερινό σύστημα στους μαθητές και τους φοιτητές. Με αυτή την έννοια πιστέυω πως αυτό που λείπει είναι μια μεγάλη μορφωτική αλλαγή μια μεγάλη μορφωτική επανάσταση. Η ουσία της υπόθεσης είναι το άνοιγμα του νου και το βάθεμα της ψυχής.
Τη δεκαετία του '80 η βασική απαίτηση ήταν η διάχυση της γνώσης. Αντίστοιχα, σήμερα με την δεύτερη φάση της παγκοσμιοποίησης, απαίτηση είναι η εμβάθυνση της γνώσης. Θεωρείται πως ο προτεινόμενος νόμος καλύπτει κατ΄αρχήν αυτήν την "ανάγκη";
Κατ αρχήν δεν πιστεύω πως αυτό που συμβαίνει είναι ότι δίνεται έμφαση στην εμβάθυνση της γνώσης, αντίθετα θα πω πως δίνεται έμφαση στην μεγάλη εξειδίκευση.Και η μεγάλη εξειδίκευση δεν έχει σχέση με την εκπαίδευση αλλά με την κατάρτιση. Αυτό λοιπόν το οποίο είναι επιδίωξη σήμερα των κατά καιρόυς μεταρρυθμιστών είναι η γρηγορότερη και αποτελεσματικότερη επαγγελματική κατάρτιση των νέων παιδιών ώστε να υπηρετήσουν με μεγαλύτερη συνέπεια τους κανόνες της αγοράς. Θα μπορούσε να είναι καλό αν συνοδεύονταν
και απο ένα μορφωτικό υπόβαθρο, αν δηλαδή η μόρφωση ήταν αυτή που θα σε οδηγούσε στο να πάρεις μια καλή θέση στην αγορά. Σήμερα λειτουργεί τελείως αντίστροφα, παρακάμπτεται εντελώς ο ουσιαστικός ρόλος της εκπαίδευσης και παραμένει η τελική σκοπιμότητα που είναι να πάρω το πτυχίο και να βρω μια δουλεια. Όμως με σκέτα πτυχία χωρίς αντίκρυσμα κανείς δεν έχει βρει ποτέ καλή δουλειά. Τα σκέτα πτυχία χωρίς αντίκρυσμα υπηρετούν περισσότερο την ανεργία, που όπως βλέπουμε καλπάζει. Παράδειγμα για αυτό είναι οι άδειες αίθουσες κατά την περίοδο των μαθημάτων και οι πλήρεις αίθουσες κατά την περίοδο των εξεταστικών. Δηλαδή το εξεταστικοκεντικό σύστημα, που αδειάζει τις αίθουσες των λυκείων και οδηγεί τα παιδιά στα φροντιστήρια, μεταφέρεται στα πανεπιστήμια που αδειάζει τις αίθουσες των μαθημάτων και γεμίζει τις αίθουσες των εξετάσεων. Ο στόχος λοιπόν δεν είναι το βάθεμα της γνώσης αλλά ο κυρίαρχος στόχος είναι η επαγγελματική κατάρτιση. Αυτός λοιπόν δεν βοηθά στο να έχουμε μορφωμένους πολίτες, δεν βοηθά στο να έχουμε υπεύθυνους πολίτες, δεν βοηθά στο να έχουμε μια κοινωνία με συνοχή η οποία θα αναλάβει την τύχη της στα χέρια της.
Σύμφωνα με την δήλωση σας στην Ελευθεροτυπία «Δημόσιο εκπαιδευτικό σύστημα σημαίνει ισχυρή δημόσια χρηματοδότηση»,κάτι τέτοιο δεν φαίνεται να συμβαίνει...
Και αυτό είναι ένα μεγάλο θέμα. Εξ' όνυχος τον λέοντα έλεγαν οι αρχαίοι,το οποίο σημαίνει ότι τις προθέσεις του μεταρρυθμιστή μπορείς να τις δεις απο μία ασήμαντη λεπτομέρεια. Στην προκειμένη περίπτωση η λεπτομέρεια είναι η πρόθεση της κυβέρνησης να υποχρηματοδοτήσει έτι περαιτέρω την παιδεία. Εδώ είναι σαφές ότι το δημόσιο εκπαιδευτικό σύστημα έχει πληρώσει το μερίδιο της οικονομικής κρίσης πολύ νωρίς, θα έλεγα το έχει προκαταβάλει. Απο την εποχή ακόμη της διασπάθισης του δημοσίου χρήματος την εποχή του party που λέμε ακόμη, η παιδεία υποχρηματοδοτούνταν. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι πριν απο την οικονομική κρίση ακόμη με στοιχεία του 2006 σε κάθε Έλληνα φοιτητή ετησίως αντιστοιχούσαν 4.000€ ενώ στον μέσο Ευρωπαίο 10.000€. Τώρα η αναλογία αυτή έχει γίνει κατά πολύ δυσμενέστερη. Ο πρωθυπουργός και ο υφυπουργός, ο Πανάρετος ανέφεραν ένα δεδομένο λέγοντας ότι είμαστε τέταρτη-πέμπτη , δεν θυμάμαι ακριβώς, χώρα σε δημόσια χρηματοδότηση των πανεπιστημίων. Προφανώς δεν ελάμβαναν υπόψιν το πλήθος των φοιτητών σε σχέση με τον πληθυσμό στην Ελλάδα, διότι αν το ελάμβαναν υπόψιν τους η κατα κεφαλήν χρηματοδότηση θα ήταν τέταρτη απο το τέλος, αν και εγώ νομίζω, σύμφωνα με τα δικά μου στοιχεία, ότι θα ήταν τελευταία. Χρησιμοποιούνται και παραπλανητικά στοιχεία πολλές φορές για να πείσουμε το δίκαιο των πράξεων και των λόγων μας. Το ζήτημα είναι πως η περαιτέρω μείωση της δημόσιας χρηματοδότησης δεν βοηθά το εκπαιδευτικό σύστημα, δεν βοηθά τον μεγάλο στόχο της παιδείας, δεν βοηθάει και αυτό είναι το σημαντικότερο το μεγάλο στόχο της χώρας, που είναι η έξοδος απο την κρίση και η δημιουργία ενός νέου μοντέλου οικονομικής ανάπτυξης. Διότι σήμερα είναι σαφές ότι στην εποχή της οικονομίας της γνώσης, η οικονομική ανάπτυξη περνάει υποχρεωτικά μέσα απο την εκπαίδευση την έρευνα και την καινοτομία .Άρα λοιπόν υποχρηματοδοτώντας την εκπαίδευση, την έρευνα, και την καινοτομία είναι σαφές ότι αυτοχειριαζόμαστε, είναι μια αυτοκαταστροφική πολιτική και είναι ένα δείγμα μη καλής πίστης αν θέλετε της κυβέρνησης απέναντι στην πανεπιστημιακή κοινότητα. Θα έλεγα, για μια ακόμη φορά, έχω γίνει κουραστικός να το λέω, νομίζω αξίζει τον κόπο να το επαναλαμβάνουμε, ΝΑ ΕΞΑΙΡΕΘΕΙ Η ΠΑΙΔΕΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΛΙΤΟΤΗΤΑΣ. Το είπα στον πρωθυπουργό στους Δελφούς, νομίζω ότι το αίτημα αυτό βοηθά την κυβέρνηση, βοηθά τη χώρα . Για δύο λόγους. Ο πρώτος λόγος είναι ότι εισάγει σε ένα διάλογο με καλές προθέσεις και ο δεύτερος λόγος είναι ότι με λίγα χρήματα ,γιατί τα χρήματα της παιδείας είναι πολύ λίγα συγκριτικά με τους άλλους τομείς, επιτυγχάνεται ο στόχος της μη ανατροφοδότησης της ύφεσης, της εξόδου δηλαδή απο την οικονομική κρίση. Άρα δηλαδή είναι εξόχως σημαντικό να γίνει σήμερα σαφές ότι πρέπει η παιδεία κατά προτεραιότητα να εξαιρεθεί απο την πολιτική της λιτότητας.
Εδώ και 65 χρόνια παρουσιάζεται μια εξαγωγή φοιτητικού δυναμικού προς πανεπιστήμια του εξωτερικού. Πώς μπορούμε να ανακόψουμε αυτό το ρεύμα και τελικώς να το αντιστρέψουμε;
Πρέπει να βελτιώσουμε τα κακώς κείμενα στο ελληνικό πανεπιστήμιο. Βασικό κακώς κείμενο είναι η υποχρηματοδότηση πρέπει κάποτε η χρηματοδότηση των ελληνικών πανεπιστημίων να φτάσει το ύψος των ξένων πανεπιστημίων, γιατί δεν το λέμε κάποτε αυτό με το όνομα του. Γιατί συγκρίνουμε χίλια δύο άλλα πράγματα και δεν συγκρίναμε ποτέ τη χρηματοδότηση των πανεπιστημίων. Ήταν το αριστοτέλειο φέτος στην εκατοντάδα 300 με 400 και συναγωνίζεται με πανεπιστήμια των οποίων η χρηματοδότηση είναι πολλαπλάσια κατά κεφαλήν απο αυτή του ελληνικού πανεπιστημίου αυτό γιατί δεν το λένε κάποτε με σθεναρή φωνή να κλείσει επιτέλους αυτή η συζήτηση. Δεν μπορείς να συγκρίνεις ασύγκριτα πράγματα, το ελληνικό πανεπιστήμιο υποχρηματοδοτείται. Θα μου πείτε μόνο τα χρήματα κάνουν το πανεπιστήμιο... όχι, ασφαλώς και όχι, είναι όμως η απαραίτητη προϋπόθεση. Για παράδειγμα για να γίνει ένα κτίριο λειτουργικό πρέπει πρώτα να είναι κτίριο, για να γίνει κτίριο πρέπει να έχει και σκελετό. Χρειάζονται χρήματα για να γίνει αυτό. Απο εκεί και ύστερα το αν θα είναι βιοκλιματικό, αν θα είναι λειτουργικό, αν θα είναι αισθητικά καλό πρέπει να πληρούνται και κάποιες άλλες προϋποθέσεις, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι μπορείς χωρίς χρήματα να χτίσεις. Άρα λοιπόν η απαραίτητη βάση για να κάνουμε ένα πανεπιστήμιο ανταγωνιστικό εντός εισαγωγικών με τα ξένα, με την έννοια του να προσελκύσουμε και εμείς φοιτητές απο το εξωτερικό προς τα εδώ, είναι να χρηματοδοτήσουμε τα πανεπιστήμια και το εκπαιδευτικό σύστημα γενικώς στο ύψος που το κάνουν οι ξένοι πρώτον. Δεύτερον πρέπει να αποκαταστήσουμε την πλήρη αυτοδιοίκηση των πανεπιστημίων. Μια σειρά απο προβλήματα που σήμερα προσπαθούν να λυθούν όπως το αν κάποια προγράμματα σπουδών θα γίνονται στα αγγλικά σε άλλη γλώσσα ή στα ελληνικά, είναι ζητήματα τα οποία αν δίνονταν η αυτοδιοίκηση στα πανεπιστήμια, τα ίδια τα πανεπιστήμια, οι ίδιες οι ακαδημαϊκές μονάδες θα μπορούσαν να τα λύσουν κατά περίπτωση. Δεν είναι όλες οι ακαδημαϊκές μονάδες το ίδιο και δεν είναι όλα τα γνωστικά αντικείμενα το ίδιο. Είναι άλλο πράγμα οι ιδιαιτερότητες της θεολογικής σχολής, άλλο πράγμα το πολυτεχνείο και άλλο πράγμα η νομική σχολή. Νομίζω ότι η πανεπιστημιακή κοινότητα έχει και την ωριμότητα και την εμπειρία ώστε να κρίνει ποιά προγράμματα σπουδών θα πρέπει να είναι στα ελληνικά και να κάποια προγράμματα σπουδών θα μπορούσαν να είναι ελκυστικά ώστε να προσελκύσουν κόσμο απο την γειτονία μας, θα μπορούσαν να γίνουν στα αγγλικά. Εμείς είμαστε στο σημείο όπου τα μεταπτυχιακά προγράμματα σπουδών ελέγχονται ακόμα απο το υπουργείο. Θα σας πω μια ιστορία η οποία είναι πραγματική ιστορία χτεσινή και η οποία μοιάζει εξωπραγματική.
Κάποια πανεπιστήμια το δικό μας , της Θεσσαλίας το Καποδιστριακό της Αθήνας εδώ και αρκετά χρόνια έκαναν συμφωνίες με γαλλικά πανεπιστήμια προκειμένου να συστήσουν ελληνογαλλικά προγράμματα μεταπτυχιακών σπουδών. Μέσα απο ένα ανταγωνιστικό περιβάλλον κέρδισαν ουσιαστικά τη δυνατότητα να συστήσουν ελληνογαλλικά προγράμματα σπουδών, χρηματοδοτήθηκαν για αυτό το λόγο και μετά απο μια διαδικασία 2-3 χρόνων σήμερα είναι η πρώτη χρονιά που τα μεταπτυχιακά αυτά προγράμματα ξεκινούν να λειτουργούν. Ενώ οι Γάλλοι λοιπόν έχουν ξεκινήσει το δικό τους μέρος των υποχρεώσεων, εμείς εδώ περιμένουμε ακόμα υπογραφή του υπουργού προκειμένου να ξεκινήσουν τα μεταπτυχιακά αυτά προγράμματα. Μάλιστα είναι μια ιστορία η οποία έχει βαλτώσει όπως μου λένε στο γραφείο του υπουργού. Είχα παράσταση χτες στο γραφείο μου απο μια ομάδα συναδέλφων καθηγητών οι οποίοι είναι εκτεθειμένοι διεθνώς. Έχω κάνει μια έντονη διαμαρτυρία στην υπουργό εξηγώντας όλα αυτά τα πράγματα. Θέλω να σας πω με αυτό ότι είναι δυνατόν ποτέ ένα μεταπτυχιακό πρόγραμμα σπουδών και μάλιστα με διεθνή συνεργασία να ελέγχεται απο το υπουργείο παιδείας; Πού είναι η διεθνοποίηση; Αν το υπουργείο παιδείας θέλει πράγματι να διεθνοποιήσει τα προγράμματα σπουδών ας δώσει αυτοδιοίκηση στα πανεπιστήμια να αποφασίσουν απο μόνα τους. Δηλαδή φάσκει και αντιφάσκει το υπουργείο σε αυτή τη φάση.
οι φοιτητές: Αντώνης Γαλανόπουλος & Φώτης Γαϊτάνης
Το μετέωρο βήμα της εκπαίδευσης: Δυο φοιτητές κουβεντιάζουν με τον πρύτανη του Α.Π.Θ
Reviewed by Κοίτα τον Ουρανό
on
7:36:00 μ.μ.
Rating:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου