Λαϊκισμός και Αριστερά: μια δύσκολη σχέση
Του Αντώνη Γαλανόπουλου
Στις μέρες μας ο κυρίαρχος δημόσιος λόγος τείνει να θεωρεί τον λαϊκισμό ως στοιχείο της Αριστεράς. Κι αυτό κυρίως γιατί, σύμφωνα με αυτόν τον λόγο, ο λαϊκισμός ισούται με τον κρατισμό, την παροχολογία, την ανευθυνότητα, την άρνηση μεταρρυθμίσεων και ούτω καθεξής. Αντίθετα από ό,τι πιστεύεται, η σχέση της Αριστεράς με τον λαϊκισμό δεν ήταν πάντοτε θετική. Ας δούμε λίγο πιο αναλυτικά αλλά αναγκαστικά αρκετά σχηματικά τις διάφορες διαστάσεις αυτής της σχέσης.
Το ΚΚΕ Εσωτερικού και θεωρητικοί γύρω από αυτό είχαν εκφράσει την έντονη αντίθεσή τους προς τον λαϊκισμό. Η εννοιολόγηση του λαϊκισμού εκείνης της περιόδου, που επηρεάζει μέχρι και τις μέρες μας κομμάτι της Ανανεωτικής Αριστεράς, προέκυψε κατά κύριο λόγο από έναν κύκλο θεωρητικών γύρω από το περιοδικό Πολίτης, το οποίο είχε καθοριστική επίδραση στον χώρο των αριστερών ιδεών. Όλες οι συνδηλώσεις που αποδίδονταν στον λαϊκισμό ήταν αρνητικές, ενώ μεγάλο ρόλο διαδραμάτισε και η ταύτισή του με το ανερχόμενο τότε ΠΑΣΟΚ. Ο Άγγελος Ελεφάντης συμπύκνωσε αυτές τις θέσεις για τον λαϊκισμό στο βιβλίο του Στον αστερισμό του λαϊκισμού. Εκεί ο λαϊκισμός θεωρείται ιδεολογία των μικροαστών ή ιδεολογία εξουσίας των μικροαστών, ιδεολογία που φτιάχνεται από τους πάνω και επιβάλλεται στους κάτω. Ο λαϊκισμός θεωρείται ιδεολογία μη λαϊκή καθώς δημιουργείται με φτηνή απομίμηση του λαϊκού πολιτισμού και παραχάραξη λαϊκών διεκδικήσεων.
Πράγματι, για δεκαετίες στην Ελλάδα ο λαϊκισμός θεωρείται βασικό στοιχείο του λόγου του ΠΑΣΟΚ και ιδιαίτερα του ιδρυτή του Ανδρέα Παπανδρέου, ο οποίος διεθνώς αναγνωρίζεται ως ένας par excellence λαϊκιστής και χαρισματικός ηγέτης. Το γεγονός αυτό δεν επέτρεψε στην Αριστερά να εμπλακεί σοβαρά με τις θεωρητικές συζητήσεις και επεξεργασίες γύρω από τον λαϊκισμό.
Αυτή η συνθήκη, όπως ξέρουμε, άλλαξε με τον ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος σήμερα θεωρείται από τους περισσότερους αναλυτές τού πεδίου ως χαρακτηριστικό παράδειγμα αριστερού λαϊκισμού στην Ευρώπη. Από την προεκλογική περίοδο του 2012 και έπειτα ο ΣΥΡΙΖΑ έχει υιοθετήσει μια πλήρως λαϊκιστική στρατηγική με το σημαίνον «λαός» να κυριαρχεί εμφατικά στον λόγο του κόμματος. Η κρίση, τόσο η οικονομική όσο και η κρίση της πολιτικής αντιπροσώπευσης που την ακολούθησε, δημιούργησε ευνοϊκές προϋποθέσεις για την ανάπτυξη αυτού του λαϊκισμού καθώς λειτούργησε ως στιγμή εξάρθωσης των παλαιών κοινωνικών σχέσεων. Η αποσύνδεση μεγάλων λαϊκών τμημάτων από τις προηγούμενες πολιτικές ταυτότητές τους και η συγκέντρωση μεγάλου αριθμού κοινωνικών και οικονομικών αιτημάτων που το σύστημα δεν μπορούσε πια να απορροφήσει άνοιξαν τον δρόμο για τη λαϊκιστική στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ με στόχο τη συνάρθρωση ενός νέου λαϊκού υποκειμένου μέσω μια πλατιάς αλυσίδας ισοδυναμίας που αποτελούνταν από όλες τις ανομοιογενείς ομάδες που βρέθηκαν απέναντι στις μνημονιακές πολιτικές. Το σύνθημα «Ή εμείς ή αυτοί» ήταν το πλέον ενδεικτικό στοιχείο της απαραίτητης για τον λαϊκισμό διαίρεσης του κοινωνικού πεδίου σε δυο στρατόπεδα, τον λαό και τις ελίτ, τους από πάνω και τους από κάτω. Η στρατηγική αυτή είναι στις μέρες μας χαρακτηριστική γενικότερα των κομμάτων της λεγόμενης νέας ριζοσπαστικής Αριστεράς όπως είναι και το Podemos στην Ισπανία.
Παρ’ όλα αυτά η οικογένεια της Αριστεράς στο σύνολό της δεν νιώθει ιδιαίτερα άνετα με την υιοθέτηση της λαϊκιστικής στρατηγικής καθώς πολλοί βλέπουν τον λαϊκισμό ως αντικαταστάτη της παλιάς καλής ταξικής πολιτικής. Τόσο στην Ελλάδα όσο και γενικότερα στην Ευρώπη, η παραδοσιακή Αριστερά θεωρεί αυθεντικά αριστερή την αυστηρή ταξική πολιτική. Αυτή, όντως, ανατρέπεται με τον λαϊκισμό καθώς οι πολιτικές συμμαχίες δεν κατασκευάζονται πια κατά μήκος των ταξικών γραμμών αλλά πέρα αυτών. Ο λαός που κατασκευάζεται μέσα από μια αλυσίδα ισοδυναμίας μπορεί να σχηματίσει την ταυτότητά του γύρω από έννοιες εκτός της τάξης και ως εκ τούτου είναι ευρύτερος αυτής. Ενώ, επιπλέον, σε αυτή την αλυσίδα, η τάξη χάνει το οντολογικό της προνόμιο. Δεν είναι επομένως ακατανόητο γιατί η παραδοσιακή ή κομμουνιστική Αριστερά δεν αποδέχεται τη λαϊκιστική στρατηγική. Μια τέτοια σύγκρουση παρατηρείται και στο εσωτερικό τού Podemos (ειδικά μετά τη συμμαχία με το κόμμα της Ενωμένης Αριστεράς) στην Ισπανία, ανάμεσα στην πιο παραδοσιακή αριστερή πτέρυγα και στην πιο λαϊκιστική και επηρεασμένη από τον μετα-μαρξισμό του Ερνέστο Λακλάου πτέρυγα.
Αυτές, πολύ επιφανειακά, είναι -τόσο ιστορικά όσο και σήμερα- οι διαστάσεις της σχέσης της Αριστεράς με τον λαϊκισμό· ένα κομμάτι είναι υπέρ της υιοθέτησης της λαϊκιστικής στρατηγικής, ένα είναι εναντίον της γιατί την θεωρεί επιβλαβή, μικροαστική ή αντίθετη με τις φιλελεύθερες αξίες και ένα τρίτο είναι εναντίον της γιατί δεν τη θεωρεί αρκετά αριστερή με ταξικούς όρους.
Η συζήτηση γύρω από τον λαϊκισμό, ως τρόπο συνάρθρωσης και έκφρασης λαϊκών αιτημάτων και συγκρότησης μιας συλλογικής, λαϊκής ταυτότητας, θα παραμείνει στο κέντρο των συζητήσεων στην Αριστερά της Ευρώπης και εν πολλοίς μπορεί να καθορίσει το ίδιο της το μέλλον. Από την Ελλάδα και την Ισπανία έως την Μεγάλη Βρετανία και την Ανατολική Ευρώπη ο λαϊκισμός είναι στο στόμα όλων, τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα της συνάρθρωσης ενός αριστερού λαϊκισμού εξετάζονται και αναλύονται σε συνεχή και τακτική αρθρογραφία. Αυτή τη συζήτηση δεν μπορούμε και δεν πρέπει να την αποφύγουμε. Καλό είναι να την κάνουμε με όσο το δυνατόν πιο σαφείς όρους. Γι’ αυτό θα ήταν χρήσιμο να αφήσουμε πίσω μας την καθημερινή και εν πολλοίς παραπλανητική χρήση του όρου, να ξεχάσουμε ό,τι νομίζουμε ότι γνωρίζουμε σχετικά με τον λαϊκισμό και να γυρίσουμε πίσω στη θεωρία. Ένα πλούσιο και συνεχώς ανανεούμενο σώμα βιβλιογραφίας μάς περιμένει.
Πρώτη δημοσίευση: Αυγή
Στις μέρες μας ο κυρίαρχος δημόσιος λόγος τείνει να θεωρεί τον λαϊκισμό ως στοιχείο της Αριστεράς. Κι αυτό κυρίως γιατί, σύμφωνα με αυτόν τον λόγο, ο λαϊκισμός ισούται με τον κρατισμό, την παροχολογία, την ανευθυνότητα, την άρνηση μεταρρυθμίσεων και ούτω καθεξής. Αντίθετα από ό,τι πιστεύεται, η σχέση της Αριστεράς με τον λαϊκισμό δεν ήταν πάντοτε θετική. Ας δούμε λίγο πιο αναλυτικά αλλά αναγκαστικά αρκετά σχηματικά τις διάφορες διαστάσεις αυτής της σχέσης.
Το ΚΚΕ Εσωτερικού και θεωρητικοί γύρω από αυτό είχαν εκφράσει την έντονη αντίθεσή τους προς τον λαϊκισμό. Η εννοιολόγηση του λαϊκισμού εκείνης της περιόδου, που επηρεάζει μέχρι και τις μέρες μας κομμάτι της Ανανεωτικής Αριστεράς, προέκυψε κατά κύριο λόγο από έναν κύκλο θεωρητικών γύρω από το περιοδικό Πολίτης, το οποίο είχε καθοριστική επίδραση στον χώρο των αριστερών ιδεών. Όλες οι συνδηλώσεις που αποδίδονταν στον λαϊκισμό ήταν αρνητικές, ενώ μεγάλο ρόλο διαδραμάτισε και η ταύτισή του με το ανερχόμενο τότε ΠΑΣΟΚ. Ο Άγγελος Ελεφάντης συμπύκνωσε αυτές τις θέσεις για τον λαϊκισμό στο βιβλίο του Στον αστερισμό του λαϊκισμού. Εκεί ο λαϊκισμός θεωρείται ιδεολογία των μικροαστών ή ιδεολογία εξουσίας των μικροαστών, ιδεολογία που φτιάχνεται από τους πάνω και επιβάλλεται στους κάτω. Ο λαϊκισμός θεωρείται ιδεολογία μη λαϊκή καθώς δημιουργείται με φτηνή απομίμηση του λαϊκού πολιτισμού και παραχάραξη λαϊκών διεκδικήσεων.
Πράγματι, για δεκαετίες στην Ελλάδα ο λαϊκισμός θεωρείται βασικό στοιχείο του λόγου του ΠΑΣΟΚ και ιδιαίτερα του ιδρυτή του Ανδρέα Παπανδρέου, ο οποίος διεθνώς αναγνωρίζεται ως ένας par excellence λαϊκιστής και χαρισματικός ηγέτης. Το γεγονός αυτό δεν επέτρεψε στην Αριστερά να εμπλακεί σοβαρά με τις θεωρητικές συζητήσεις και επεξεργασίες γύρω από τον λαϊκισμό.
Αυτή η συνθήκη, όπως ξέρουμε, άλλαξε με τον ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος σήμερα θεωρείται από τους περισσότερους αναλυτές τού πεδίου ως χαρακτηριστικό παράδειγμα αριστερού λαϊκισμού στην Ευρώπη. Από την προεκλογική περίοδο του 2012 και έπειτα ο ΣΥΡΙΖΑ έχει υιοθετήσει μια πλήρως λαϊκιστική στρατηγική με το σημαίνον «λαός» να κυριαρχεί εμφατικά στον λόγο του κόμματος. Η κρίση, τόσο η οικονομική όσο και η κρίση της πολιτικής αντιπροσώπευσης που την ακολούθησε, δημιούργησε ευνοϊκές προϋποθέσεις για την ανάπτυξη αυτού του λαϊκισμού καθώς λειτούργησε ως στιγμή εξάρθωσης των παλαιών κοινωνικών σχέσεων. Η αποσύνδεση μεγάλων λαϊκών τμημάτων από τις προηγούμενες πολιτικές ταυτότητές τους και η συγκέντρωση μεγάλου αριθμού κοινωνικών και οικονομικών αιτημάτων που το σύστημα δεν μπορούσε πια να απορροφήσει άνοιξαν τον δρόμο για τη λαϊκιστική στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ με στόχο τη συνάρθρωση ενός νέου λαϊκού υποκειμένου μέσω μια πλατιάς αλυσίδας ισοδυναμίας που αποτελούνταν από όλες τις ανομοιογενείς ομάδες που βρέθηκαν απέναντι στις μνημονιακές πολιτικές. Το σύνθημα «Ή εμείς ή αυτοί» ήταν το πλέον ενδεικτικό στοιχείο της απαραίτητης για τον λαϊκισμό διαίρεσης του κοινωνικού πεδίου σε δυο στρατόπεδα, τον λαό και τις ελίτ, τους από πάνω και τους από κάτω. Η στρατηγική αυτή είναι στις μέρες μας χαρακτηριστική γενικότερα των κομμάτων της λεγόμενης νέας ριζοσπαστικής Αριστεράς όπως είναι και το Podemos στην Ισπανία.
Παρ’ όλα αυτά η οικογένεια της Αριστεράς στο σύνολό της δεν νιώθει ιδιαίτερα άνετα με την υιοθέτηση της λαϊκιστικής στρατηγικής καθώς πολλοί βλέπουν τον λαϊκισμό ως αντικαταστάτη της παλιάς καλής ταξικής πολιτικής. Τόσο στην Ελλάδα όσο και γενικότερα στην Ευρώπη, η παραδοσιακή Αριστερά θεωρεί αυθεντικά αριστερή την αυστηρή ταξική πολιτική. Αυτή, όντως, ανατρέπεται με τον λαϊκισμό καθώς οι πολιτικές συμμαχίες δεν κατασκευάζονται πια κατά μήκος των ταξικών γραμμών αλλά πέρα αυτών. Ο λαός που κατασκευάζεται μέσα από μια αλυσίδα ισοδυναμίας μπορεί να σχηματίσει την ταυτότητά του γύρω από έννοιες εκτός της τάξης και ως εκ τούτου είναι ευρύτερος αυτής. Ενώ, επιπλέον, σε αυτή την αλυσίδα, η τάξη χάνει το οντολογικό της προνόμιο. Δεν είναι επομένως ακατανόητο γιατί η παραδοσιακή ή κομμουνιστική Αριστερά δεν αποδέχεται τη λαϊκιστική στρατηγική. Μια τέτοια σύγκρουση παρατηρείται και στο εσωτερικό τού Podemos (ειδικά μετά τη συμμαχία με το κόμμα της Ενωμένης Αριστεράς) στην Ισπανία, ανάμεσα στην πιο παραδοσιακή αριστερή πτέρυγα και στην πιο λαϊκιστική και επηρεασμένη από τον μετα-μαρξισμό του Ερνέστο Λακλάου πτέρυγα.
Αυτές, πολύ επιφανειακά, είναι -τόσο ιστορικά όσο και σήμερα- οι διαστάσεις της σχέσης της Αριστεράς με τον λαϊκισμό· ένα κομμάτι είναι υπέρ της υιοθέτησης της λαϊκιστικής στρατηγικής, ένα είναι εναντίον της γιατί την θεωρεί επιβλαβή, μικροαστική ή αντίθετη με τις φιλελεύθερες αξίες και ένα τρίτο είναι εναντίον της γιατί δεν τη θεωρεί αρκετά αριστερή με ταξικούς όρους.
Η συζήτηση γύρω από τον λαϊκισμό, ως τρόπο συνάρθρωσης και έκφρασης λαϊκών αιτημάτων και συγκρότησης μιας συλλογικής, λαϊκής ταυτότητας, θα παραμείνει στο κέντρο των συζητήσεων στην Αριστερά της Ευρώπης και εν πολλοίς μπορεί να καθορίσει το ίδιο της το μέλλον. Από την Ελλάδα και την Ισπανία έως την Μεγάλη Βρετανία και την Ανατολική Ευρώπη ο λαϊκισμός είναι στο στόμα όλων, τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα της συνάρθρωσης ενός αριστερού λαϊκισμού εξετάζονται και αναλύονται σε συνεχή και τακτική αρθρογραφία. Αυτή τη συζήτηση δεν μπορούμε και δεν πρέπει να την αποφύγουμε. Καλό είναι να την κάνουμε με όσο το δυνατόν πιο σαφείς όρους. Γι’ αυτό θα ήταν χρήσιμο να αφήσουμε πίσω μας την καθημερινή και εν πολλοίς παραπλανητική χρήση του όρου, να ξεχάσουμε ό,τι νομίζουμε ότι γνωρίζουμε σχετικά με τον λαϊκισμό και να γυρίσουμε πίσω στη θεωρία. Ένα πλούσιο και συνεχώς ανανεούμενο σώμα βιβλιογραφίας μάς περιμένει.
Πρώτη δημοσίευση: Αυγή
Λαϊκισμός και Αριστερά: μια δύσκολη σχέση
Reviewed by Antonisgal
on
6:53:00 μ.μ.
Rating:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου