Ο κοινωνικός τομέας πρέπει να γίνει το «τσιμέντο» της Ευρωπαϊκής Ένωσης


Η Ευρωπαϊκή Ένωση περνάει τη βαθύτερη κρίση στην ιστορία της. Μία κρίση χρηματοπιστωτική και οικονομική, που έχει σοβαρές κοινωνικές συνέπειες, αλλά και που έχει γίνει επίσης μια πολιτική κρίση της ίδιας της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η κατάσταση είναι ανησυχητική διότι τα σοβαρά προβλήματα χρηματοδότησης που αναδύθηκαν σε πολλά κράτη θα μπορούσαν να προκαλέσουν μια αλυσιδωτή αντίδραση και να ξεσπάσει μια νέα γενικευμένη ύφεση. Ποιος θα το πίστευε, πριν από δύο χρόνια, ότι τόσες φωνές, συνήθως διακεκριμένες, θα μπορούσαν να προβλέψουν την κατάρρευση του ευρώ; Ένα τέτοιο σενάριο, το ξέρουμε, θα έχανε το νόημα του, και μάλιστα θα κατέστρεφε το ίδιο το ευρωπαϊκό σχέδιο που αποτελεί χωρίς αμφιβολία μία από τις πιο σημαντικές πολιτικές δομές του 20ου αιώνα.

Πως φτάσαμε εδώ; Η ευθύνη των πολιτικών ηγετών των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων και των κυρίαρχων εθνών είναι πολύ σημαντική. Μετά από δύο χρόνια υπεκφυγών, συνεχών αντιρρήσεων και εσφαλμένων πολιτικών, το αρχικό πρόβλημα – η οικονομική κρίση στην Ελλάδα, της οποίας το ΑΕΠ αντιπροσωπεύει μόλις το 2% του ΑΕΠ της Ευρωπαϊκής Ένωσης – παραμένει άλυτο. Η κρίση χρέους έχει πλήξει πολλές χώρες: η Ιρλανδία και η Πορτογαλία είναι “με ορό”, οι κερδοσκόποι επιτίθενται στην Ιταλία και στην Ισπανία, για τις οποίες μια επέμβαση θα ήταν πολύ πιο δύσκολη δεδομένου του ύψους της οικονομίας τους, και η κρίση αρχίζει να πλήττει, μεταξύ άλλων, το Βέλγιο και τη Γαλλία.

Η ριζική αλλαγή πολιτικής του Συμβουλίου της Ευρώπης, στις 9 Μαΐου του 2010, χαρακτηρίστηκε ως αναγκαία για την ανάκτηση της εμπιστοσύνης των χρηματοπιστωτικών αγορών ώστε να επιτρέπουν στους εκπροσώπους τους να χρηματοδοτούν τα Ευρωπαϊκά Κράτη με λογικά επιτόκια. Από αυτή την ημερομηνία, το Συμβούλιο, η Επιτροπή και η ΕΚΤ έχουν προωθήσει, ή επιβάλλει, πολιτικές αυστηρότητας που αποσκοπούν στη μείωση των δημοσίων δαπανών καθώς και στις λεγόμενες “διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις” που ενσωματώνονται στο Σχέδιο οικονομικής διακυβέρνησης και στο Σύμφωνο του euro plus. Στην επόμενη Σύνοδο Κορυφής του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, στις 9 Δεκεμβρίου, θα ξεκινήσει η συζήτηση για τη μεταρρύθμιση της Συνθήκης της Λισαβόνας για την τοποθέτηση αυτών των πολιτικών στην καρδιά μας ενισχυμένης οικονομικής μεταρρύθμισης της ζώνης του ευρώ.

Το δεδομένο είναι ότι αυτές οι πολιτικές έχουν αποτύχει. Από οικονομική άποψη, η κρίση χρέους έχει εξαπλωθεί και επιδεινωθεί, η ανάπτυξη έχει μειωθεί σε όλα σχεδόν τα Κράτη και η ανεργία έχει αυξηθεί στις χώρες όπου έγιναν οι πιο μεγάλες περικοπές στον προϋπολογισμό. Οι κοινωνικές συνέπειες της μείωσης μισθών και συντάξεων και των περικοπών στις δαπάνες για την κοινωνική προστασία, την εκπαίδευση και την υγεία είναι προφανείς: αύξηση της φτώχειας, νέες ανισότητες, αύξηση της ανασφάλειας και έντονη διάβρωση της κοινωνικής συνοχής. Παράλληλα, η αλληλεγγύη μεταξύ των εθνών θρυμματίζεται ενώ είναι το τσιμέντο κάθε ευρωπαϊκού σχεδίου. Τμήματα του πληθυσμού όλο και περισσότερο σημαντικά γυρίζουν την πλάτη τους ή δυσπιστούν. Οι παραδεδεγμένες ιδέες και τα παλιά αρνητικά στερεότυπα, που φέρνουν αντιμέτωπους τα έθνη και τους κατοίκους τους, αναδύονται.

Είναι πρωτοφανές, τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα να ενθαρρύνουν μια διάβρωση του κοινωνικού μοντέλου, του οποίου οι αξίες και οι αρχές είναι το σύμβολο ταυτότητας και η σπονδυλική στήλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αυτό το μοντέλο του οποίου οι αξίες και οι αρχές κατοχυρώνονται από τη Συνθήκη της Λισαβόνας.

Οι πολιτικοί αρχηγοί της Ευρώπης ίσως δε γνωρίζουν ένα πολύ σημαντικό στοιχείο: τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα καθώς και εκείνα πολλών εθνών προσπαθούν να σπάσουν το κοινωνικό σύμφωνο που έδινε τη δυνατότητα, μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, δημιουργίας ευρωπαϊκών κρατών πρόνοιας και κοινού σχεδίου που οδήγησε στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Ο ευρωπαϊκός συνδικαλισμός, οργανωμένος στο πλαίσιο της Συνομοσπονδίας Ευρωπαϊκών Συνδικάτων, έχει σθεναρά απορρίψει αυτές τις πολιτικές και έχει κινητοποιηθεί εναντίον τους, στην Ευρώπη και σε πολλά κράτη. Δεν είχε ακουστεί μέχρι σήμερα, αλλά τα γεγονότα υποστηρίζουν τις αναλύσεις και τις προτάσεις τους. Παρά τη βαθιά απογοήτευση πολλών εργαζομένων, εμείς συνεχίζουμε να υποστηρίζουμε ότι δεν υπάρχει άλλη λύση από τη διεύρυνση του ευρωπαϊκού σχεδίου, αλλά με επιλογές πολύ διαφορετικές από τις λανθασμένες και άδικες πολιτικές που οι σύγχρονοι Ευρωπαίοι ηγέτες μας επιβάλουν. Δεν είναι η ώρα να εμπιστευτούμε τις κυβερνήσεις των τεχνοκρατών, πρέπει η κοινωνική και πολιτική δημοκρατία, καθώς και η συμμετοχή των πολιτών να πάρουν τη θέση τους.

Τι προτείνουμε εμείς για να βγούμε από αυτή την οικονομική και πολιτική κρίση της Ευρωπαϊκής Ένωσης; Καταρχάς, να καταργηθούν οι μηχανισμοί κερδοσκοπίας και να διασφαλισθεί η οικονομική ικανότητα όλων των κρατών μελών παρέχοντας μια ύστατη θεραπεία για την κρίση χρηματοδότησης των κρατών. Πως μπορεί να εξηγηθεί ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες, των οποίων οι βασικοί δείκτες είναι χειρότεροι από εκείνους του συνόλου της Ευρώπης, και της Ιαπωνίας, της οποίας το δημόσιο χρέος ανέρχεται σε 225% του ΑΕΠ, μπορούν να εκδώσουν δεκαετή ομόλογα με επιτόκια κάτω του 2% ενώ μερικά Κράτη της ζώνης του ευρώ αναγκάζονται να δανείζονται με επιτόκια 7%; Η απάντηση είναι απλή: δεν δρούμε ως μια πραγματική Ένωση. Μόνο μια αξιόπιστη ανακοίνωση για εγγύηση των χρεών των κρατών θα έβαζε φρένο στην κερδοσκοπία των αγορών. Αυτή η εγγύηση θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί με την έκδοση ευρώ – ομολόγων και τη μετατροπή της ΕΚΤ σε δανειστή έσχατης ανάγκης.

Ο ευρωπαϊκός συνδικαλισμός, επίσης, εκφράζει έντονα την ανησυχία για τη σταθερότητα της δημόσιας οικονομίας. Αλλά δε μπορεί κανείς να επιτύχει το στόχο μείωσης των ελλειμμάτων και του χρέους καταστρέφοντας την οικονομία. Η πρόκληση είναι να επιτευχθεί ο στόχος εντός ενός ρεαλιστικού χρονοδιαγράμματος, λαμβάνοντας ταυτόχρονα μέτρα, σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο, για την προώθηση της οικονομικής ανάπτυξης και τη δημιουργία θέσεων εργασίας. Είναι ανησυχητικό ότι οι υπεύθυνοι Ευρωπαίοι πολιτικοί, αντιμέτωποι με μια επερχόμενη νέα ύφεση, συνεχίζουν να αποσιωπούν την ανάπτυξη και τη δημιουργία θέσεων εργασίας και τις αγνοούν στις προτάσεις τους ενίσχυσης της οικονομικής διακυβέρνησης. Η ανάκαμψη δε μπορεί να καθοδηγείται από διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που βασίζονται σε περικοπές των κοινωνικών δαπανών, μια έννοια ανταγωνιστικότητας που προσανατολίζεται προς τον πληθωρισμό του κόστους εργασίας, την αποδυνάμωση της ικανότητας συλλογικής διαπραγμάτευσης και την μείωση της συμβατικής δύναμης των συνδικάτων.

Με βάση τις αποφάσεις του τελευταίου συμβουλίου της Συνομοσπονδίας Ευρωπαϊκών Συνδικάτων (Αθήνα, Μάιος 2011) πιστεύουμε σήμερα, περισσότερο από ποτέ, ότι χρειαζόμαστε μια νέα νομισματική, οικονομική και κοινωνική πολιτική, στο πλαίσιο μια ισχυρής οικονομικής διακυβέρνησης της ζώνης του ευρώ, συνδεδεμένη με εκείνη της Ευρωπαϊκής Ένωσης των 27, αλλά με πολύ διαφορετικό περιεχόμενο από αυτό που μας προτείνουν οι κυβερνήσεις. Η δημοσιονομική πολιτική, ξεκινώντας από τους φόρους στις κοινωνίες και στα έσοδα του κεφαλαίου, θα πρέπει να είναι κοινή από πολλές απόψεις εντός της ζώνης του ευρώ και να εναρμονίζεται με ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση. Πρέπει να προσεγγίσουμε με ομοιογενή τρόπο τις διαστάσεις οικονομικής, περιβαλλοντικής και κοινωνικής ανάπτυξης. Πέρα από τις βιομηχανικές, ενεργειακές και περιβαλλοντικές πολιτικές, η κυβέρνηση της ευρωπαϊκής οικονομίας πρέπει να δώσει προτεραιότητα σε πολιτικές για τη δημιουργία ποιοτικών θέσεων εργασίας. Είναι αδύνατο με έναν ισχνό προϋπολογισμό που αντιπροσωπεύει μόλις το 1% του ΑΕΠ να αντιμετωπιστεί το σύνολο των προκλήσεων της Ευρώπης. Έχουμε ανάγκη από ένα ευρωπαϊκό θεσμικό όργανο που θα εκδίδει το χρέος και όχι μόνο από μια κεντρική τράπεζα, της οποίας μοναδικός ρόλος είναι ο έλεγχος του πληθωρισμού.

Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, στις 9 Δεκεμβρίου, θα έπρεπε να λύσει τα άμεσα προβλήματα του χρέους και της ανάπτυξης και να δώσει σαφείς κατευθυντήριες γραμμές με βάση την προοπτική που προτείνουμε. Το ευρωπαϊκό συνδικαλιστικό κίνημα δεν υπερασπίζεται μια κομματική θέση: προσπαθούμε να υπερασπιστούμε το γενικό συμφέρον και να συμβάλλουμε στην εύρεση λύσεων για την σοβαρή πολιτική κρίση της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τα εκλεγμένα μέλη της Ευρώπης θα πρέπει να γνωρίζουν ότι δε μπορούν να συνεχίσουν να αγνοούν τις απόψεις και τις προτάσεις αυτών που εκπροσωπούν τη βασική κινητήρια δύναμη της δημιουργίας πλούτου: την εργασία.

Πρέπει να ιδρύσουμε ένα νέο κοινωνικό και οικονομικό σύμφωνο με την ενεργή συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων. Ένα ευρωπαϊκό κοινωνικό σύμφωνο, καινοτόμο, που θα έχει ως βασικά κεφάλαια, μεταξύ άλλων, την εργασία, τους μισθούς (που οι κοινωνικοί εταίροι θα πρέπει να διαπραγματεύονται με τρόπο αυτόνομο), τις συντάξεις, τα επιδόματα ανεργίας, την εκπαίδευση και την υγεία.

Το φορολογικό σύμφωνο, η πολιτική ανακατανομής του πλούτου, το δικαίωμα στην εργασία και στη συλλογή διαπραγμάτευση ήταν το τσιμέντο της πιο μεγάλης περιόδου οικονομικής ευημερίας και δημοκρατίας στην Ευρώπη. Αυτό το τσιμέντο έχει συγκολλήσει τις σύγχρονες σχέσεις εργασίας επιτρέποντας μια ισχυρή εμπλοκή των εργαζομένων, μέσω των οργανώσεων τους, στη ζωή των επιχειρήσεων. Μόνο στηριζόμενοι σε αυτές τις αξίες και τις δημοκρατικές αρχές που όρισε το ευρωπαϊκό κοινωνικό μοντέλο, μπορούμε να βγούμε το συντομότερο από αυτή την κρίση με περισσότερη δικαιοσύνη, και έτσι να εξασφαλίσουμε την επιβίωση της ίδια της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που απειλείται σοβαρά.

Απαιτούμε η μελλοντική αναθεώρηση των συνθηκών να γίνει ενσωματώνοντας την κοινωνική διάσταση. Χρειαζόμαστε μια γενική συμφωνία κοινωνικής προόδου που θα υλοποιεί ένα “κοινωνικό σχέδιο διάσωσης” που θα τοποθετεί την Ευρώπη στο δρόμο της κοινωνικής προόδου. Τα θεμελιώδη κοινωνικά δικαιώματα, κυρίως αυτά που αφορούν τη συλλογική διαπραγμάτευση, πρέπει να γίνονται σεβαστά και να συμπεριλαμβάνονται σε όλα τα μέτρα κατά της κρίσης.

Για εκείνους που δε θέλουν να αλλάξουν οι συνθήκες για να ενισχυθεί το Σύμφωνο σταθερότητας, λέμε ότι η τροποποίηση τους, ακόμη και περιορισμένη, δε μπορεί να έχει ως μοναδικό στόχο την άσκηση συνεχόμενης πίεσης στους εθνικούς προϋπολογισμούς και την ενίσχυση της λιτότητας.

Η πρόοδος της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα πρέπει να βασιστεί στην κοινωνική συνοχή και στην αλληλεγγύη στο εσωτερικό των Κρατών μελών και στην αλληλεγγύη και την πολιτική συνοχή μεταξύ τους. Για να επιτευχθεί αυτό, σε αυτούς τους δύσκολους καιρούς, πρέπει να δράσουμε σε κοινό ευρωπαϊκό πλαίσιο και έτσι να ενισχύσουμε τον κοινωνικό διάλογο. Για αυτό το λόγο κάνουμε αυτές τις προτάσεις, απαιτώντας να μην περιθωριοποιηθούν οι εργαζόμενοι στην εύρεση λύσεων και θέλοντας να κινητοποιηθούμε σε ένα ευρωπαϊκό πλαίσιο για να το πετύχουμε.

*Κοινό άρθρο των επικεφαλής των συνδικάτων Ισπανίας, Γαλλίας, Ιταλίας, Γερμανίας και Βελγίου.

Πηγή: Liberation
Μετάφραση: Κωνσταντίνα Μαγγίνα
Ο κοινωνικός τομέας πρέπει να γίνει το «τσιμέντο» της Ευρωπαϊκής Ένωσης Ο κοινωνικός τομέας πρέπει να γίνει το «τσιμέντο» της Ευρωπαϊκής Ένωσης Reviewed by Κοίτα τον Ουρανό on 4:49:00 μ.μ. Rating: 5

1 σχόλιο:

ο δείμος του πολίτη είπε...

Κι όμως η ευρωπαϊκή συνομοσπονδία δεν έχει προχωρήσει σε ιδιαίτερες δράσεις για την κρίση... Μάλλον μόνο λόγια και θέσεις.

Από το Blogger.