Ο Αγκάμπεν και το όραμα της επερχόμενης κοινότητας
Του Στράτου Αμπατζή
1. Η αλλοτρίωση του θεάματος και τα θεμέλια της νέας κοινωνίας
Την ιδέα του για τη μελλοντική κοινότητα και τον κομμουνισμό την εκθέτει ο Αγκάμπεν στο θραυσματικό βιβλίο του «Η Κοινότητα που έρχεται», μολονότι πρόκειται για μια ιδέα αρκετά δυσνόητη και συγκεχυμένη και μολονότι οπωσδήποτε ο Αγκάμπεν δεν την ονομάζει κομμουνιστική. Το κοινοτικό όραμα του Αγκάμπεν εκκινεί από δύο θεμελιακές παραδοχές. Η πρώτη παραδοχή είναι ότι «ο άνθρωπος δεν ενέχει κάποια ουσία (essentia) ή κάποιο ιστορικό ή πνευματικό ή βιολογικό προορισμό που είναι ή που οφείλει να εκπληρώσει». Ο άνθρωπος, βέβαια, είναι και οφείλει να είναι κάτι, αυτό το «κάτι», όμως, είναι απλώς το γυμνό γεγονός της ίδιας της ύπαρξης ως πιθανότητα ή δυνατότητα[1]. Ο Αγκάμπεν φροντίζει από νωρίς να ξεκαθαρίσει τους λογαριασμούς του με τον παραδοσιακό μαρξιστικό ντετερμινισμό, που επενδύει την εργατική τάξη με την ιστορική αποστολή της κομμουνιστικής μετάβασης. Σε ένα άλλο κείμενό του ο συγγραφέας είναι πιο σαφής, όταν αναμετριέται με το μαρξιστικό corpus: Η υπόθεση, γράφει, ότι υπάρχει ένα θετικά νοούμενο «έργο του ανθρώπου» και ότι αυτό το έργο αναλαμβάνει να φέρει σε πέρας η εργατική τάξη, εγείρει το εύλογο ερώτημα αν και με ποιους όρους μπορεί να συνεχιστεί η ανθρώπινη δραστηριότητα στην αταξική κοινωνία[2].
Αν η πρώτη παραδοχή στην οποία ερείδεται το κοινοτικό όραμα του Αγκάμπεν είναι η άρνηση αναγνώρισης κάποιου θετικού έργου στον άνθρωπο κι εντεύθεν η αποκήρυξη οποιασδήποτε οντολογίας δεν είναι καταστατικά ανοικτή στο ενδεχομενικό, η δεύτερη παραδοχή έχει να κάνει με την άρνηση της ταξικής διάρθρωσης της κοινωνίας. Σήμερα, λέει ο Αγκάμπεν, δεν υφίστανται πλέον κοινωνικές τάξεις, παρά μία και μόνη παγκόσμια μικρο-μπουρζουαζία, στο εσωτερικό της οποίας εξαφανίζονται όλες οι παλαιότερες τάξεις[3]. Το κύριο χαρακτηριστικό της είναι ότι οι άνθρωποι που τη συγκροτούν προσπαθούν, ενάντια σε κάθε πιθανότητα, να ιδιοποιηθούν μία ταυτότητα, η οποία, όμως, έχει καταλήξει γι’ αυτούς να είναι ανάρμοστη. Απότοκο αυτής της μάταιης προσπάθειας ταυτοποίησης είναι τα αισθήματα αφενός ντροπής, αφετέρου αλαζονείας. Αποκορύφωμα δε αυτής της γύμνιας είναι η αναμέτρηση με το θάνατο, οπότε και αναδεικνύεται η γύμνια σε όλη της την έκταση, όπως και το καταστατικό μη επικοινωνήσιμο, το μη ταυτοποιήσιμο.
Χρειάζεται να ανατρέξουμε, μαζί με τον Αγκάμπεν, στην «Κοινωνία του θεάματος» του Guy Debord, για να αντιληφθούμε αυτή την έσχατη αλλοτρίωση που μολύνει την καρδιά του σύγχρονου καπιταλισμού. Η μετατροπή των πάντων σε θέαμα –μια κορύφωση του μαρξικού φετιχισμού των εμπορευμάτων- είναι η άλλη όψη της αποξένωσης από τη γλωσσική και επικοινωνιακή φύση των ανθρώπων: «Η θεαματική κατανάλωση, που συντηρεί την παλιά κατεψυγμένη κουλτούρα, συμπεριλαμβανομένης της αφομοιωμένης αναπαραγωγής των αρνητικών της εκδηλώσεων, γίνεται, κραυγαλέα, στον πολιτιστικό της τομέα, αυτό που είναι σιωπηρά στην ολότητά της: η επικοινωνία του μη επικοινωνήσιμου. Η ακραία καταστροφή της γλώσσας μπορεί εδώ να αναγνωρίζεται απροκάλυπτα σαν επίσημη θετική αξία, καθώς πρόκειται για την προβολή μιας συμφιλίωσης με την κυρίαρχη τάξη πραγμάτων, στην οποία διακηρύσσεται χαρμόσυνα η απουσία κάθε επικοινωνίας»[4]. Με τα λόγια του Αγκάμπεν[5], «στην κοινωνία του θεάματος,… η γλώσσα… δεν αποκαλύπτει πλέον τίποτα –ή καλύτερα, αποκαλύπτει το τίποτα όλων των πραγμάτων».
2. Η επερχόμενη κοινότητα
Μέσα σε αυτό το ζοφερό σκηνικό, που δίνει την εικόνα της επερχόμενης καταστροφής, ο Αγκάμπεν επιχειρεί να ανιχνεύσει τα σπέρματα μιας πιθανής ευκαιρίας. Πώς μπορούμε να βρούμε την έξοδο διαφυγής από την ασφυκτική συνθήκη του γυμνού βίου, όταν η αναζήτηση οποιασδήποτε ταυτότητας είναι καταδικασμένη να αποβαίνει άκαρπη και η αλλοτρίωση του καπιταλισμού έχει αγγίξει την ίδια τη δυνατότητα της επικοινωνίας; Στρέφοντας το θέαμα του ύστερου καπιταλισμού ενάντια στον εαυτό του, ο Αγκάμπεν διαβλέπει στην ιδιοποίηση της γλώσσας από το θέαμα ένα νέο πόλο συλλογικής ταυτοποίησης: «για πρώτη φορά είναι δυνατό για τους ανθρώπους να βιώσουν το γλωσσικό τους είναι –όχι αυτό ή εκείνο το περιεχόμενο της γλώσσας, αλλά την γλώσσα την ίδια, όχι αυτή ή εκείνη την αληθινή πρόταση, αλλά το ίδιο το γεγονός ότι κάποιος μιλά»[6]. Αυτό, έπειτα, που οδηγεί την ανθρωπότητα σε μία κοινή μοίρα, δεν είναι ούτε η οικονομική αναγκαιότητα ούτε η τεχνολογική ανάπτυξη∙ είναι, αντίθετα, η αποξένωση από το γλωσσικό περιεχόμενο της επικοινωνίας[7].
Η ευκαιρία της επερχόμενης κοινότητας θα μπορούσε να αναδυθεί γενικά, εάν οι άνθρωποι κατόρθωναν να ανήκουν στην ίδια την αναρμοστικότητά τους, αν μετατρέπονταν σε μία «κοινή και απόλυτα έκθετη μοναδικότητα» χωρίς ταυτότητα[8]. Τότε θα προέκυπτε μία κοινότητα με συνεκτικό ιστό ακριβώς αυτή την ιδιότητα του μη-ανήκειν. Η αρνητική συνθήκη της επικοινωνιακής α-δυνατότητας και του μη-ανήκειν οράται, έτσι, ως ένα θετικό άνοιγμα σε μια νέα ανεξερεύνητη εμπειρία συλλογικότητας[9]. Μακριά από τους διαχωρισμούς που γεννά η έμφαση στις κατηγορίες της εργασίας και της παραγωγής, ο νέος άνθρωπος της επερχόμενης κοινότητας καλείται να υλοποιήσει την πολιτική της «απουσίας του έργου», ήτοι την πολιτική που δε θα συνδέεται μοιραία με την πραγμάτωση μιας εντεταλμένης ιστορικής αποστολής, χωρίς, από την άλλη, να εκπίπτει στην απλή ανάληψη ενός βιοπολιτικού καθήκοντος[10]. Αν έτσι έχουν τα πράγματα, τότε βρισκόμαστε ήδη πολύ κοντά στις καταβολές του αριστερού χαϊντεγκεριανισμού. Στο συνέδριο για την Ιδέα του Κομμουνισμού που διεξήχθη το 2009 στο Λονδίνο, ένας από τους επιφανέστερους εκπροσώπους του ρεύματος, ο Jean-Luc Nancy, επιχείρησε να εξαντλήσει τη συζήτηση για τον κομμουνισμό στο ερώτημα του «είναι από κοινού» (being with), προσδίδοντας στην κοινότητα μία ασαφή υπαρξιακή οντολογική διάσταση, μακριά από πολιτικές συνεπαγωγές: «Ο κομμουνισμός… σημαίνει την κοινή κατάσταση όλων των ενικών υποκειμένων…, το δίκτυο των οποίων φτιάχνει τον κόσμο… Δεν ανήκει στο πολιτικό. Προηγείται κάθε πολιτικής»[11].
H κριτική δύναμη της κοινότητας που προκρίνουν οι Αγκάμπεν και Nancy έγκειται στην αποκήρυξη ενός παγιωμένου και a priori δοσμένου σχεδίου χειραφέτησης που θα πηγάζει από τη σύγκρουση αποκρυσταλλωμένων ταυτοτήτων. Το άνοιγμα στο πεδίο του ενδεχομενικού, του πιθανού, η ρήξη με τη βαριά σκιά της μαρξιστικής παράδοσης, είναι στοιχεία που θα πρέπει να πιστωθούν στο όραμα της επερχόμενης κοινότητας. Παρόλα αυτά, η εμμονική προσκόλληση στην αδυναμία διαμόρφωσης ταυτοτήτων εγείρει εύλογες επιφυλάξεις, στο βαθμό που παρέχει μία μονομερή μόνο εικόνα της σύγχρονης κοινωνίας του θεάματος. Στην πραγματικότητα, η έξαρση της εμπορευματοποίησης στην κοινωνία του θεάματος όχι μόνο συντηρεί και παράγει νέες ισχυρές ταυτότητες, καθώς δημιουργεί νέες επιθυμίες και νέες ιεραρχίες∙ αναδεικνύει, ταυτόχρονα, την έντονη ταξική διάρθρωση της σύγχρονης κοινωνίας, στο μέτρο που προϋποθέτει την καταστατικά άνιση συμμετοχή στις ευκαιρίες κατανάλωσης. Είναι αμφίβολο, έπειτα, πόσο αυτή η σύλληψη της κοινότητας μπορεί να προσφέρει παρηγορητικό καταφύγιο σε όσους στενάζουν από την ιεραρχική άσκηση εξουσίας στη βάση διαχωρισμών που ανθίστανται στο χρόνο: ταυτότητες, όπως η ταξική ή η έμφυλη, που συνεχίζουν και σήμερα να υπαγορεύουν κάθετες διακρίσεις στο κοινωνικό σώμα, θέτουν υπό ερώτηση το α-ταυτοτικό κοινοτικό όραμα του Αγκάμπεν[12].
Από την άλλη, στο νεφελώδες και αόριστο όραμα της επερχόμενης κοινότητας δεν υπάρχει καμία εγγύηση ότι η σφυρηλάτηση του κοινού δεσμού θα γίνει προς την προοδευτική κατεύθυνση. Η ριζοσπαστική τροπή τίθεται υπό τη διαλυτική αίρεση της επικράτησης συντηρητικών κοινοτιστικών ανακλαστικών. Μολονότι η αποστροφή του Αγκάμπεν στη βεβαρημένη με αμαρτίες έννοια του σχεδίου ή του προγράμματος είναι καταρχήν δικαιολογημένη υπό το φως των ολισθημάτων του υπαρκτού σοσιαλισμού, αναρωτιέται κανείς πώς η παντελής έλλειψη προσανατολισμού δε θα οδηγήσει τη σχεδία της επερχόμενης κοινότητας στα ύφαλα του ολοκληρωτισμού ή στην αναβίωση της ταξικής διαίρεσης.
[1] Giorgio Agamben, Η Κοινότητα που έρχεται, μτφρ. Θάνος Ζαρταλούδης, Ίνδικτος, Αθήνα, 2007, σ. 96.
[2] Giorgio Agamben, To έργο του ανθρώπου, μτφρ. Παναγιώτης Καλαμαράς, Ελευθεριακή Κουλτούρα, Αθήνα, 2012, σ. 9-10.
[3] Giorgio Agamben, Η Κοινότητα που έρχεται, σ. 108.
[4] Guy Debord, Η Κοινωνία του Θεάματος, μτφρ. Πάνος Τσαχαγέας-Νίκος Β. Αλεξίου, Ελεύθερος Τύπος, Αθήνα, 1986.
[5] Agamben, Η Κοινότητα που έρχεται, σ. 122.
[6] Agamben, Η Κοινότητα που έρχεται, σ. 123.
[7] Ό.π., σ. 122-123.
[8] Ό.π., σ. 110.
[9] Βλ. επ’ αυτού και τις διεισδυτικές παρατηρήσεις της Jodi Dean, The Communist Horizon, Verso, London-New York, 2012, σ. 152-154.
[10] Βλ. Agamben, Το έργο του ανθρώπου, σ.σ. 9, 15.
[11] Jean-Luc Nancy, Communism, the Word (Notes for the Conference), στον τόμο: The Idea of Communism, Verso, London-New York, 2010, σ. 149.
[12] Βλ. και τη σχετική ανάλυση της Jessica Whyte, ‘A New Use of the Self’: Giorgio Agamben on the Coming Community, Theory and Event, Volume 13, Issue 1, 2010, σ. 13.
Ο Αγκάμπεν και το όραμα της επερχόμενης κοινότητας
Reviewed by Antonisgal
on
10:02:00 μ.μ.
Rating:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου