Να μην συνηθίσουμε στις "μικρές" εκτροπές



Να λοιπόν που περνάμε και τυπικά πλέον σε συνθήκες βάρβαρης αντιδημοκρατικής εκτροπής. Όχι πως δεν κινούμασταν ήδη, εδώ και αρκετό καιρό, σε μια λεπτή γραμμή στα όρια του «κανονικού», στο εύπλαστο πλαίσιο μιας άτυπης (δηλαδή ακήρυχτης) «κατάστασης εξαίρεσης», όπου όλα επιτρέπονται στο δρόμο για τη «σωτηρία του έθνους», αλλά να που πλέον καταργούνται και τα προσχήματα.

Το νέο αυταρχικό καθεστώς που αρθρώνεται γύρω από τις πολιτικές επιλογές της ΝΔ και την «αμφίθυμη» ανοχή (αν όχι στήριξη) των κυβερνητικών εταίρων της, ΠΑΣΟΚ και ΔΗΜ.ΑΡ., ξεκίνησε μια νέα επίδειξη πυγμής. Και ξεκίνησε από εκεί που είθισται να ξεκινούν τα αυταρχικά καθεστώτα: από τη φίμωση και την τρομοκράτηση του ελεύθερου δημοσιογραφικού λόγου. Ο απολογισμός των τελευταίων 3-4 μόνο ημερών είναι εντυπωσιακός. Πρώτα είδαμε την εξαφάνιση δημοσιογράφου της ΕΡΤ3 από τις ζωντανές μεταδώσεις του «εορταστικού» τριημέρου 26-28 Οκτώβρη, καθώς ο εν λόγω δημοσιογράφος υπέπεσε στο μείζον «σφάλμα» να μεταφέρει στους τηλεθεατές την εικόνα μιας πρωτόγνωρα αστυνομοκρατούμενης Θεσσαλονίκης• επειδή απλώς μετέδωσε αυτό ακριβώς που είχε μπροστά στα μάτια του. Έπειτα έχουμε την αστραπιαία αντίδραση της εισαγγελίας εναντίον του δημοσιογράφου Κώστα Βαξεβάνη και τη σύλληψή του, για την δημοσίευση της περιβόητης πλέον «λίστας Λαγκάρντ», τη στιγμή που πρώην υπουργοί δικαιολογούνται να «χάνουν» την πρωτότυπη λίστα ή να την «ξεχνούν» σε κάποιο συρτάρι. Τελευταίο κρούσμα, το «κόψιμο» μέχρι «νεωτέρας» των Κατσίμη και Αρβανίτη και μιας πανθομολογουμένως (με κριτήρια εμπορικά, κριτήρια τηλεθέασης, αλλά και ποιοτικά) επιτυχημένης εκπομπής στην πρωινή ζώνη της ΝΕΤ. Το συγκεκριμένο τηλεοπτικό δίδυμο είχε ήδη υποστεί μία «mini λογοκρισία», καθώς είχε περιοριστεί από τις 4 ώρες εκπομπής που είχε στη διάθεσή του όλο το προηγούμενο διάστημα σε μόλις δύο ώρες, και μάλιστα αυτές στην πολύ πρωινή ζώνη, 6-8 το πρωί, ώστε να περιοριστεί κατά το δυνατό περισσότερο το ακροατήριο της «ενοχλητικής» για τις μνημονιακές δυνάμεις εκπομπής. Φαίνεται όμως πως αυτός ο περιορισμός δεν ήταν αρκετός, οπότε έπρεπε να ληφθούν πιο δραστικά μέτρα για να τελειώνουμε μια και καλή με τους «απείθαρχους» δημοσιογράφους. Η αιτιολόγηση του, γνωστού για το δημοσιογραφικό «ήθους» που πρεσβεύει, Αιμίλιου Λιάτσου γι’ αυτή του την ωμή πολιτική παρέμβαση, γι’ αυτή την πράξη λογοκρισίας, είναι τουλάχιστον αστεία για να αποδομηθεί εδώ. Αποδομείται μάλλον μόνη της.

Αυτές οι παρεμβάσεις ενάντια στην ελευθερία των δημοσιογράφων συνιστούν βάναυση επίθεση στην ελευθερία του τύπου και δεν προκύπτουν βεβαίως σε ένα κατά τα λοιπά «φυσιολογικό» δημοκρατικό περιβάλλον. Προκύπτουν σε συνθήκες ενός γενικότερου κλίματος συντηρητικής αντεπίθεσης και τρομοκράτησης των πολιτών. Τα κομμάτια του παζλ αυτού του νέου αυταρχισμού εύκολα συλλέγονται αν ρίξουμε μία ματιά στις τελευταίες μόνο ημέρες. Μέχρι και ένοπλους φαντάρους από τις ειδικές δυνάμεις του στρατού είδαμε να παίρνουν θέση σε σημεία της Θεσσαλονίκης μαζί με αστυνομικές δυνάμεις την ημέρα εορτασμού της 28ης Οκτωβρίου (και είναι τουλάχιστον προφανές από τις φωτογραφίες που κάνουν το γύρο του διαδικτύου ότι δεν «απέδιδαν τιμές»). Λίγο νωρίτερα, ο υπουργός «προστασίας» του πολίτη πάσχιζε να διαψεύσει τα δημοσιεύματα του Guardian περί βασανισμών συλληφθέντων αντιφασιστών στη ΓΑΔΑ, την ίδια στιγμή που μάλλον τον διαψεύδει πανηγυρικά η ιατροδικαστική έκθεση, σύμφωνα με την οποία προκύπτουν κακουργηματικές πράξεις και επιβεβαιώνονται οι καταγγελίες περί βασανιστηρίων. Ας συμπληρώσουμε εδώ τη ζοφερή αυτή εικόνα με την τραγελαφική σύλληψη του «γέροντα Παστίτσιου» κατόπιν παραγγελίας της νεοναζιστικής Χρυσής Αυγής, την λογοκρισία ομοερωτικού φιλιού στο πρώτο επεισόδιο της σειράς Downton Abbey που πρόσφατα ξεκίνησε να μεταδίδει η ΝΕΤ, αλλά και την σκανδαλώδη ανοχή των αστυνομικών δυνάμεων στους τραμπουκισμούς των μελών παραθρησκευτικών οργανώσεων και χρυσαυγιτών που αντιδρούσαν στο ανέβασμα του Corpus Christi στο «Χυτήριο». Όλα αυτά μάλιστα σε διάστημα μικρότερο του ενός μήνα.

Μπροστά σε αυτές τις συνθήκες ραγδαίας συντηρητικοποίησης και υποχώρησης (αν όχι υπονόμευσης) των δημοκρατικών θεσμών, ούτε οι «θύελλες αντιδράσεων» στο twitter, ούτε η βροχή κοινοποιήσεων και like στο facebook ή όποιο άλλο μέσο κοινωνικής δικτύωσης μπορούν να φέρουν ουσιαστικά αποτελέσματα. Σίγουρα βοηθούν στη διάδοση μιας είδησης, σίγουρα συμβάλουν ως ένα βαθμό στην αφύπνιση ενός κομματιού των χρηστών, αλλά μέχρι εκεί. Ας μην αυταπατόμαστε και ας μην εξαντλούμε το απόθεμα αντίδρασης και δημιουργικής οργής μας σε αυτά τα μέσα.

Το μείζον είναι να μην συνηθίσουμε. Τι εννοώ. Όπως ακριβώς δεν πρέπει να συνηθίσουμε το πρόσωπο του τέρατος του νεοναζισμού, όσο κι αν το σερβίρει ρετουσαρισμένο η τηλεόραση σε καθημερινές δόσεις και με τη γαρνιτούρα ενός εύπεπτου life-style, άλλο τόσο δεν πρέπει να συνηθίσουμε την βάναυση εκτροπή (επίσης σε δόσεις) η οποία συντελείται μέρα με τη μέρα με πρωτοβουλία της κυβέρνησης. Δεν πρέπει να συνηθίσουμε τις μικρές καθημερινές ήττες για τη δημοκρατία μας• έστω αυτή την απαξιωμένη και τσακισμένη δημοκρατία. Γιατί κάθε έκφραση αυταρχισμού από αυτή την κυβέρνηση –την πιο συντηρητική της μεταπολίτευσης– που περνάει έτσι και ξεχνιέται μετά από λίγες ημέρες, είναι μια μικρή ήττα• μια μικρή ήττα που κάθε φορά προοιωνίζεται μια επόμενη, λίγο μεγαλύτερη, μέχρι και την τύποις ολοκληρωτική πλέον εκτροπή και την είσοδο της χώρας σε μια νέα εποχή του «γύψου». Το σενάριο μπορεί να φαντάζει υπερβολικό, ίσως και απίθανο. Ας μην ξεχνάμε ωστόσο ότι πολλά ιστορικά σενάρια φάνταζαν απίθανα, μέχρι που ένα ωραίο πρωί γίνανε πραγματικότητα. Αυτή η σκέψη ίσως μας βοηθήσει να διατηρήσουμε τη δημοκρατική μας εγρήγορση.

Δε θα έπρεπε επίσης να έχουμε ιδιαίτερες αμφιβολίες ότι σήμερα η θέση του πολίτη που θεωρεί τον εαυτό του ταγμένο στη μεριά της υπεράσπισης της δημοκρατίας είναι μάλλον ξεκάθαρη και μπορεί να αποτυπωθεί στο σχήμα ενός διμέτωπου αγώνα: από τη μία ενάντια στο «θεσμικό»/κυβερνητικό άκρο της μεταπολιτικής τεχνοκρατίας που «αμαρτάνει» για τη «σωτηρία» της πατρίδας (δηλαδή την με κάθε κοινωνικό κόστος εξυπηρέτηση δανειστών) και από την άλλη ενάντια στο «εξωθεσμικό» άκρο του νεοναζιστικού μίσους και της ρατσιστικής βίας που αλιεύει ψήφους στα θολά νερά του διάχυτου κοινωνικού φόβου, του αντιπολιτικού κυνισμού και της συλλογικής ματαίωσης. Μήπως τελικά αυτά τα δύο άκρα δεν είναι και τόσο μακριά;

Γ.Κ.

Να μην συνηθίσουμε στις "μικρές" εκτροπές Να μην συνηθίσουμε στις "μικρές" εκτροπές Reviewed by Antonisgal on 11:02:00 μ.μ. Rating: 5
Από το Blogger.