Αγανακτισμένοι και εσωτερική λογική του συστήματος
του Χρίστου Αλεξόπουλου
Η παγκοσμιοποίηση στο οικονομικό πεδίο σε συνδυασμό με τη χρηματοπιστωτική και χρηματιστηριακή της έκφραση, καθώς και οι δυνατότητες της ψηφιακής τεχνολογίας διαμορφώνουν τις προϋποθέσεις για την ανάπτυξη ενός κινήματος αμφισβήτησης με πλανητικά χαρακτηριστικά. Από τους αγανακτισμένους της Ισπανίας και της Ελλάδας σε πρώτη φάση φτάσαμε στο σημείο της ανάπτυξης αυτής της μορφής κινημάτων σε γενικευμένο βαθμό στην Ευρώπη, αλλά και στη μητρόπολη του καπιταλισμού, τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής και της Ιαπωνίας, και όχι μόνο.
Είναι εμφανές, ότι αρχίζει να σχηματοποιείται ένα κίνημα από την κοινωνική βάση, το οποίο έχει αίσθηση της παγκοσμοποιημένης πραγματικότητας. Πρωτοπορία στην ανάπτυξή του είναι η νεολαία στον ανεπτυγμένο κόσμο, η οποία ζούσε στις αυταπάτες, τις οποίες καλλιεργούσε το σύστημα με τη λογική της κοινωνίας του θεάματος, τον ατομικισμό και την ανταγωνιστικότητα ως βασικές αξίες για την κάλυψη των επιθυμιών του ατόμου, τις οποίες το νεοφιλελεύθερο καπιταλιστικό σύστημα διαμόρφωσε, με στόχο τον όσο γίνεται πιο υψηλό καταναλωτισμό για την επίτευξη υψηλής κερδοφορίας.
Κοινό σημείο στην πλειοψηφία των κινημάτων αυτών είναι, ότι το μεγαλύτερο ποσοστό αυτών που συμμετέχουν, προέρχεται από τη μεσαία τάξη με μορφωτικό επίπεδο. Το στοιχείο δε, που λειτουργεί καταλυτικά για την ενεργοποίησή τους, είναι ο φόβος της εξαθλίωσης. Οι νέοι νιώθουν, ότι δεν υπάρχει προοπτική για αυτούς, ούτε κοινωνική δικαιοσύνη για να μπορέσουν να ζήσουν χωρίς στερήσεις (οι οποίες διαφέρουν από χώρα σε χώρα, π.χ. στη Χιλή, το δικαίωμα σε αξιόλογη εκπαίδευση, στην Ελλάδα και Ισπανία το δικαίωμα στην εργασία).
Στο ξέσπασμα της αγανάκτησής τους κυριαρχεί η αίσθηση ότι στη ζωή τους προχωρούν χωρίς ελπίδα. Πιστεύουν ότι το σύστημα κοινωνικής οργάνωσης θα μπορούσε να είναι λειτουργικό, αλλά έχασε το νόημά του. Η οικονομία πρέπει να υπηρετεί πάλι τον άνθρωπο και όχι ο άνθρωπος την οικονομία.
Το 2011 δεν αμφισβητείται η κυρίαρχη θέση του ατόμου, η δημοκρατία, η προστασία μειονοτήτων και η ελεύθερη διακίνηση παντού. Επιδιώκεται η επιστροφή αυτής της μορφής κοινωνικής λειτουργίας στα ουσιώδη. Αυτό είναι το νόημα του κινήματος διαμαρτυρίας, το οποίο προωθεί το σεβασμό στον τρόπο ζωής του ατόμου, την ευθύνη για την πολιτική που υπηρετεί το κοινωνικό σύνολο και την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στην κοινωνία. Υπάρχει μάλιστα και μια ομοιότητα της νεανικής διαμαρτυρίας του 2011 με αυτήν του 1968.
Η πρωτοπορία είναι παιδιά της μεσαίας τάξης, η οποία θέλει να βάλει τέλος σε έναν καταρρέοντα νεοφιλελεύθερο καπιταλισμό, ο οποίος εντελώς κυνικά προωθεί τη λογική του «νικητή» (win-win society) και τον απόλυτο ατομικισμό (ο καθένας για την πάρτη του). Σε αντιδιαστολή όμως με το 2011 το κίνημα του 1968 έπαιρνε δύναμη από την ουτοπία. Το σημερινό κίνημα έχει πολύ πιο ρεαλιστικές αναφορές στα κίνητρα και στις αφετηρίες του.
Ο βαθμός οργής και αντίδρασης των νέων σε σχέση με την κοινωνική και οικονομική πραγματικότητα, στην οποία καλούνται να ενταχθούν αποδεχόμενοι κατεστημένες δομές και αναλαμβάνοντας ευθύνες, εξαρτάται από τη στάση του κοινωνικοοικονομικού και του πολιτικού συστήματος και τα όρια ανατροπών, τα οποία μπορούν να αποδεχθούν και οι δύο πλευρές. Προβληματική καθίσταται η κατάσταση λόγω της απομάκρυνσης της πλειοψηφίας των νέων από την πολιτική και το διάλογο, ο οποίος μπορεί να αναπτυχθεί στο πλαίσιο θεσμοθετημένων διαδικασιών. Οι θεσμοί δεν χαρακτηρίζονται πλέον από τον απαραίτητο βαθμό αξιοπιστίας.
Ταυτοχρόνως, οι νέοι με τη δραστηριοποίησή τους σε γενικευμένο από γεωγραφική άποψη βαθμό εκφράζουν την αναζήτηση ενός νέου ανθρωπισμού με πλανητικά χαρακτηριστικά, χωρίς ακόμη να στρέφονται σε λύσεις πλήρους απόρριψης της συστημικής πραγματικότητας στην οποία ζουν. Ιδιαιτέρως στην Ευρώπη, όπου δεν ισχύουν οι εθνικοί περιορισμοί και η κινητικότητα των πολιτών των κρατών-μελών της ΕΕ είναι ελεύθερη, γίνεται εμφανής ακόμη περισσότερη η αναζήτηση αυτή των νέων, η οποία δεν εξαντλείται στα όρια της πατρίδας τους, αλλά επεκτείνεται σε ευρύτερους γεωγραφικά χώρους. Βασική προϋπόθεση είναι η δυνατότητα αξιοπρεπούς διαβίωσης και ύπαρξης νοήματος στη ατομική πορεία του κάθε νέου ανθρώπου. Πολύ ενδιαφέρον παράδειγμα είναι η Ελλάδα. Από καμία άλλη χώρα σύμφωνα με πληθυσμιακά κριτήρια δεν μεταβαίνουν φοιτητές στο εξωτερικό για σπουδές όσο από την Ελλάδα. Τα τελευταία δύο χρόνια δε επέστρεψαν στη χώρα μόνο 16% από τους φοιτητές του εξωτερικού.
Στο πλαίσιο όμως αυτού του φαινομένου της αναζήτησης ενός άλλου συστήματος αξιών, το οποίο υπερβαίνει τα όρια της σημερινής πραγματικότητας του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού, προϋποτίθεται η ουσιαστική απόρριψη των αξιών και του συστήματος οργάνωσης της σύγχρονης πραγματικότητας. Αυτό σημαίνει, ότι θα πρέπει να απορριφθούν κατεστημένες λογικές και οπτικές της ατομικής και συλλογικής λειτουργίας. Δεν μπορεί να συνεχίσει να διέπει την πραγματικότητα ο ωφελιμισμός, διότι σε αυτή την περίπτωση δεν υπάρχει σωστό ή λάθος πριν από την εμφάνιση των επιπτώσεων μιας απόφασης ή δράσης. Δεν μπορεί για παράδειγμα να θεωρηθεί ένα ψεύδος λάθος, εάν ωφελεί την κοινότητα. Ο ωφελιμισμός χαρακτηρίζεται από διπλή ηθική. Είναι χρήσιμοι μεν οι κοινωνικοί κανόνες, όμως κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες είναι επιτρεπτή η παράκαμψή τους (π.χ. επιτρέπονται τα βασανιστήρια για να εκμαιεύσει η αστυνομία την αλήθεια από έναν εγκληματία).
Δεν είναι επίσης νοητό να κατακρίνεται ο λαϊκισμός του πολιτικού συστήματος ως μέσο χειραγώγησης των κοινωνιών και στις κινητοποιήσεις «αγανακτισμένων» να εκφράζεται μια νέα μορφή λαϊκισμού και απλουστευτικής λογικής σε σχέση με τη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος και τις προϋποθέσεις για τη λήψη πολιτικών αποφάσεων. Διότι αυτό παρατηρήθηκε στις λεγόμενες λαϊκές συνελεύσεις στο πλαίσιο της «άμεσης δημοκρατίας». Και τούτο στην εποχή της παγκοσμιοποίησης και της πολυπλοκότητας, η οποία χαρακτηρίζει τη σύγχρονη πραγματικότητα.
Ακόμη υπάρχει αναντιστοιχία εξέλιξης του ανθρώπινου όντος και μετασχηματισμού της πραγματικότητας. Ο άνθρωπος, στην ολότητα του ως κοινωνία, δεν αξιοποιεί τα παραγόμενα δεδομένα της γνώσης και τις επιπτώσεις τους, θετικές ή αρνητικές, στην πραγματικότητα, στην καθημερινότητα της ζωής του. Ήδη στη χρονική περίοδο που διανύουμε, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, 140.000 άνθρωποι πεθαίνουν ετησίως εξαιτίας μεταδιδόμενων νοσημάτων, τα οποία οφείλονται στην κλιματική αλλαγή. Και στο μέλλον θα υπάρξει κλιμάκωση.
Αυτή η ανθρώπινη λειτουργία οφείλεται τόσο στην αδυναμία κατανόησης της πολύπλοκης πλέον πραγματικότητας λόγω της τεράστιας ροής πληροφοριών, κοινών και επιστημονικών, όσο και της νεοφιλελεύθερης ανταγωνιστικής λογικής του κέρδους αλλά και της συνεχούς ανάπτυξης και της κοινωνίας του θεάματος. Το νόημα της ανθρώπινης ύπαρξης και δράσης κινείται έξω από αυτόν. Το αναζητεί στην απόδοση της εσωτερικής λογικής του συστήματος, κοινωνικού, οικονομικού, πολιτικού, χωρίς να ισορροπεί στις δικές του ανάγκες ως ατόμου και μέλους μιας ορατής κοινωνίας.
Και επειδή το άτομο δεν διαθέτει ένα μεθοδολογικό εργαλείο για τη νοητική επεξεργασία της πραγματικότητας σε κάθε κοινωνικό σύστημα, ούτε και η ενεργός μνήμη μπορεί να καλύψει το σύνολο των πληροφοριών, που διαχέονται στο σύνολο των κοινωνικών συστημάτων, είναι εκτεθειμένο στις δυνατότητες κάθε συλλογικού υποκειμένου, το οποίο διαθέτει μηχανισμούς ικανούς να καλύψουν τα κενά του ατόμου. Αυτά τα συλλογικά υποκείμενα είτε είναι φορείς του πολιτικού συστήματος είτε άλλων κοινωνικών συστημάτων (οικονομικού, συνδικαλιστικής έκφρασης, παραγωγής γνώσης, κ.λπ.), μπορούν στο πλαίσιο του δημόσιου λόγου και διαλόγου να δημιουργήσουν τις προϋποθέσεις για την ενεργοποίηση διαδικασιών επιλογής και λήψης αποφάσεων σε ατομικό επίπεδο.
Με αυτή την έννοια η αγανάκτηση σε ατομικό επίπεδο και η έκφρασή της με μαζικό τρόπο δεν οδηγεί αναγκαστικά σε λειτουργικές ανατροπές. Πολύ περισσότερο αποτελεί πρόσφορο έδαφος για κάθε μορφής χειραγώγηση, ιδιαιτέρως μάλιστα όταν βασίζεται η ένταση της αγανάκτησης στο θυμικό.
Σε συνδυασμό δε με την αναζήτηση νοήματος από το άτομο στην απόδοση της εσωτερικής λογικής των διαφόρων κοινωνικών συστημάτων (στο οικονομικό για την κερδοφορία, στο κοινωνικό για την αναγνωρισιμότητα κ.λπ.) ουσιαστικά διαμορφώνονται οι προϋποθέσεις για ανάπτυξη δράσης χωρίς συνειδητοποίηση των επιπτώσεων στην πραγματικότητα σε βάθος χρόνου.
Εάν λάβουμε υπόψη δε, ότι η έκφραση της αγανάκτησης δεν εκφράζεται στο πλαίσιο οργανωμένων δομών, τότε η σταδιακή άμβλυνση της έντασης και η σμίκρυνση της διάρκειας της δραστηριοποίησης των αγανακτισμένων λειτουργούν αρνητικά σε σχέση με την επίτευξη των στόχων, τους οποίους επιδιώκουν. Προς αυτή την κατεύθυνση συμβάλλει και η αδυναμία ανάπτυξης δομημένου και με θεσμικό χαρακτήρα διαλόγου.
Προοπτική στην «αγανάκτηση» μπορεί να δοθεί, εάν ο λόγος που εκφέρεται από τα άτομα-φορείς της, εκφρασθεί στο πλαίσιο της κοινωνίας πολιτών. Σε αυτή την περίπτωση βεβαίως προϋποτίθεται, ότι έχουν αναπτυχθεί τα αντίστοιχα συλλογικά υποκείμενα, το οποία με τη δικτυακή τους λειτουργία είναι σε θέση να επεξεργασθούν και να αρθρώσουν δημόσιο λόγο, ο οποίος θα βασίζεται σε τεκμηριωμένες θέσεις και θα μπορεί να εκφράσει το δημόσιο συμφέρον και το νόημα στη ζωή των ατόμων, το οποίο βασίζεται στις πραγματικές τους ανάγκες. Προϋπόθεση γι’ αυτό είναι η μη αναζήτησή του στην απόδοση της εσωτερικής λογικής των κοινωνικών συστημάτων και τους ρόλους που αυτά προβλέπουν για τα άτομα, προκειμένου να είναι λειτουργικά.
Από το άλλο μέρος πρέπει να υπάρχει ένα πολιτικό σύστημα με μηχανισμούς επιστημονικής τεκμηρίωσης, ικανό να αρθρώνει πολιτικό λόγο χωρίς πελατειακή λογική και το οποίο θα είναι σε θέση να διαλέγεται τόσο με την κοινωνία όσο και στο εσωτερικό του (διακομματικός διάλογος), ώστε να μπορεί να λειτουργεί με συναινέσεις. Ο δε πολιτικός λόγος πρέπει να βασίζεται σε κοινωνικές αξίες, οι οποίες υπερβαίνουν την ωφελιμιστική λογική και ανταποκρίνονται στις πραγματικές ανάγκες και όχι στις απαιτήσεις του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού. Πραγματικές είναι οι ανάγκες, που δεν μετατρέπουν τον άνθρωπο σε όργανο επίτευξης συστημικών στόχων, οι οποίοι από το ένα μέρος παραμορφώνουν την ανθρώπινη ύπαρξη μετατρέποντας την σε διεκπεραιωτή ρόλων και από το άλλο απομακρύνουν τον άνθρωπο από τη φυσική του λειτουργία στον πλανήτη μετατρέποντάς τον σε παράγοντα διακινδύνευσης των ισορροπιών στο φυσικό οικοσύστημα.
Ειδάλλως διαμορφώνονται συνθήκες κατάρρευσης της κοινωνικής συνοχής και ανάπτυξης φαινομένων βίαιων ανατροπών. Η προβληματική της βίας απασχολεί τα κινήματα των νέων. Δεν την προτιμούν ως μέσο αντιπαράθεσης, αλλά δεν την αποκλείουν ως μέσο άμυνας, όταν δέχονται βίαιη επίθεση. Και αυτό είναι επικίνδυνο, όταν στο πλαίσιο των χαλαρών από άποψη συνοχής κινητοποιήσεων των αγανακτισμένων η όποια βίαιη συμπεριφορά δεν ελέγχεται από οργανωμένα συλλογικά υποκείμενα της κοινωνικής βάσης.
Ο κίνδυνος μάλιστα μεγιστοποιείται σε περίπτωση έλλειψης κοινωνικών δομών, όταν σε θεσμικό επίπεδο υπάρχει έλλειμμα εμπιστοσύνης. Σε αυτή την περίπτωση διατρέχει μεγάλο κίνδυνο αποσταθεροποίησης το δημοκρατικό πολίτευμα και ας αποτελεί αίτημα των αγανακτισμένων η δημοκρατία με την έννοια της κυριαρχίας της εκφρασμένης λαϊκής βούλησης και ο επαναπροσδιορισμός του ρόλου του χρηματοπιστωτικού συστήματος.
Το σύστημα κοινωνικής οργάνωσης σε γενικευμένο βαθμό έχει αρχίσει να εξαντλεί τα όρια του. Οι αγανακτισμένοι εκφράζουν τα συμπτώματα της επερχόμενης γενικότερης κρίσης.
Πηγή: Monthly Review
Η παγκοσμιοποίηση στο οικονομικό πεδίο σε συνδυασμό με τη χρηματοπιστωτική και χρηματιστηριακή της έκφραση, καθώς και οι δυνατότητες της ψηφιακής τεχνολογίας διαμορφώνουν τις προϋποθέσεις για την ανάπτυξη ενός κινήματος αμφισβήτησης με πλανητικά χαρακτηριστικά. Από τους αγανακτισμένους της Ισπανίας και της Ελλάδας σε πρώτη φάση φτάσαμε στο σημείο της ανάπτυξης αυτής της μορφής κινημάτων σε γενικευμένο βαθμό στην Ευρώπη, αλλά και στη μητρόπολη του καπιταλισμού, τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής και της Ιαπωνίας, και όχι μόνο.
Είναι εμφανές, ότι αρχίζει να σχηματοποιείται ένα κίνημα από την κοινωνική βάση, το οποίο έχει αίσθηση της παγκοσμοποιημένης πραγματικότητας. Πρωτοπορία στην ανάπτυξή του είναι η νεολαία στον ανεπτυγμένο κόσμο, η οποία ζούσε στις αυταπάτες, τις οποίες καλλιεργούσε το σύστημα με τη λογική της κοινωνίας του θεάματος, τον ατομικισμό και την ανταγωνιστικότητα ως βασικές αξίες για την κάλυψη των επιθυμιών του ατόμου, τις οποίες το νεοφιλελεύθερο καπιταλιστικό σύστημα διαμόρφωσε, με στόχο τον όσο γίνεται πιο υψηλό καταναλωτισμό για την επίτευξη υψηλής κερδοφορίας.
Κοινό σημείο στην πλειοψηφία των κινημάτων αυτών είναι, ότι το μεγαλύτερο ποσοστό αυτών που συμμετέχουν, προέρχεται από τη μεσαία τάξη με μορφωτικό επίπεδο. Το στοιχείο δε, που λειτουργεί καταλυτικά για την ενεργοποίησή τους, είναι ο φόβος της εξαθλίωσης. Οι νέοι νιώθουν, ότι δεν υπάρχει προοπτική για αυτούς, ούτε κοινωνική δικαιοσύνη για να μπορέσουν να ζήσουν χωρίς στερήσεις (οι οποίες διαφέρουν από χώρα σε χώρα, π.χ. στη Χιλή, το δικαίωμα σε αξιόλογη εκπαίδευση, στην Ελλάδα και Ισπανία το δικαίωμα στην εργασία).
Στο ξέσπασμα της αγανάκτησής τους κυριαρχεί η αίσθηση ότι στη ζωή τους προχωρούν χωρίς ελπίδα. Πιστεύουν ότι το σύστημα κοινωνικής οργάνωσης θα μπορούσε να είναι λειτουργικό, αλλά έχασε το νόημά του. Η οικονομία πρέπει να υπηρετεί πάλι τον άνθρωπο και όχι ο άνθρωπος την οικονομία.
Το 2011 δεν αμφισβητείται η κυρίαρχη θέση του ατόμου, η δημοκρατία, η προστασία μειονοτήτων και η ελεύθερη διακίνηση παντού. Επιδιώκεται η επιστροφή αυτής της μορφής κοινωνικής λειτουργίας στα ουσιώδη. Αυτό είναι το νόημα του κινήματος διαμαρτυρίας, το οποίο προωθεί το σεβασμό στον τρόπο ζωής του ατόμου, την ευθύνη για την πολιτική που υπηρετεί το κοινωνικό σύνολο και την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στην κοινωνία. Υπάρχει μάλιστα και μια ομοιότητα της νεανικής διαμαρτυρίας του 2011 με αυτήν του 1968.
Η πρωτοπορία είναι παιδιά της μεσαίας τάξης, η οποία θέλει να βάλει τέλος σε έναν καταρρέοντα νεοφιλελεύθερο καπιταλισμό, ο οποίος εντελώς κυνικά προωθεί τη λογική του «νικητή» (win-win society) και τον απόλυτο ατομικισμό (ο καθένας για την πάρτη του). Σε αντιδιαστολή όμως με το 2011 το κίνημα του 1968 έπαιρνε δύναμη από την ουτοπία. Το σημερινό κίνημα έχει πολύ πιο ρεαλιστικές αναφορές στα κίνητρα και στις αφετηρίες του.
Ο βαθμός οργής και αντίδρασης των νέων σε σχέση με την κοινωνική και οικονομική πραγματικότητα, στην οποία καλούνται να ενταχθούν αποδεχόμενοι κατεστημένες δομές και αναλαμβάνοντας ευθύνες, εξαρτάται από τη στάση του κοινωνικοοικονομικού και του πολιτικού συστήματος και τα όρια ανατροπών, τα οποία μπορούν να αποδεχθούν και οι δύο πλευρές. Προβληματική καθίσταται η κατάσταση λόγω της απομάκρυνσης της πλειοψηφίας των νέων από την πολιτική και το διάλογο, ο οποίος μπορεί να αναπτυχθεί στο πλαίσιο θεσμοθετημένων διαδικασιών. Οι θεσμοί δεν χαρακτηρίζονται πλέον από τον απαραίτητο βαθμό αξιοπιστίας.
Ταυτοχρόνως, οι νέοι με τη δραστηριοποίησή τους σε γενικευμένο από γεωγραφική άποψη βαθμό εκφράζουν την αναζήτηση ενός νέου ανθρωπισμού με πλανητικά χαρακτηριστικά, χωρίς ακόμη να στρέφονται σε λύσεις πλήρους απόρριψης της συστημικής πραγματικότητας στην οποία ζουν. Ιδιαιτέρως στην Ευρώπη, όπου δεν ισχύουν οι εθνικοί περιορισμοί και η κινητικότητα των πολιτών των κρατών-μελών της ΕΕ είναι ελεύθερη, γίνεται εμφανής ακόμη περισσότερη η αναζήτηση αυτή των νέων, η οποία δεν εξαντλείται στα όρια της πατρίδας τους, αλλά επεκτείνεται σε ευρύτερους γεωγραφικά χώρους. Βασική προϋπόθεση είναι η δυνατότητα αξιοπρεπούς διαβίωσης και ύπαρξης νοήματος στη ατομική πορεία του κάθε νέου ανθρώπου. Πολύ ενδιαφέρον παράδειγμα είναι η Ελλάδα. Από καμία άλλη χώρα σύμφωνα με πληθυσμιακά κριτήρια δεν μεταβαίνουν φοιτητές στο εξωτερικό για σπουδές όσο από την Ελλάδα. Τα τελευταία δύο χρόνια δε επέστρεψαν στη χώρα μόνο 16% από τους φοιτητές του εξωτερικού.
Στο πλαίσιο όμως αυτού του φαινομένου της αναζήτησης ενός άλλου συστήματος αξιών, το οποίο υπερβαίνει τα όρια της σημερινής πραγματικότητας του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού, προϋποτίθεται η ουσιαστική απόρριψη των αξιών και του συστήματος οργάνωσης της σύγχρονης πραγματικότητας. Αυτό σημαίνει, ότι θα πρέπει να απορριφθούν κατεστημένες λογικές και οπτικές της ατομικής και συλλογικής λειτουργίας. Δεν μπορεί να συνεχίσει να διέπει την πραγματικότητα ο ωφελιμισμός, διότι σε αυτή την περίπτωση δεν υπάρχει σωστό ή λάθος πριν από την εμφάνιση των επιπτώσεων μιας απόφασης ή δράσης. Δεν μπορεί για παράδειγμα να θεωρηθεί ένα ψεύδος λάθος, εάν ωφελεί την κοινότητα. Ο ωφελιμισμός χαρακτηρίζεται από διπλή ηθική. Είναι χρήσιμοι μεν οι κοινωνικοί κανόνες, όμως κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες είναι επιτρεπτή η παράκαμψή τους (π.χ. επιτρέπονται τα βασανιστήρια για να εκμαιεύσει η αστυνομία την αλήθεια από έναν εγκληματία).
Δεν είναι επίσης νοητό να κατακρίνεται ο λαϊκισμός του πολιτικού συστήματος ως μέσο χειραγώγησης των κοινωνιών και στις κινητοποιήσεις «αγανακτισμένων» να εκφράζεται μια νέα μορφή λαϊκισμού και απλουστευτικής λογικής σε σχέση με τη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος και τις προϋποθέσεις για τη λήψη πολιτικών αποφάσεων. Διότι αυτό παρατηρήθηκε στις λεγόμενες λαϊκές συνελεύσεις στο πλαίσιο της «άμεσης δημοκρατίας». Και τούτο στην εποχή της παγκοσμιοποίησης και της πολυπλοκότητας, η οποία χαρακτηρίζει τη σύγχρονη πραγματικότητα.
Ακόμη υπάρχει αναντιστοιχία εξέλιξης του ανθρώπινου όντος και μετασχηματισμού της πραγματικότητας. Ο άνθρωπος, στην ολότητα του ως κοινωνία, δεν αξιοποιεί τα παραγόμενα δεδομένα της γνώσης και τις επιπτώσεις τους, θετικές ή αρνητικές, στην πραγματικότητα, στην καθημερινότητα της ζωής του. Ήδη στη χρονική περίοδο που διανύουμε, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, 140.000 άνθρωποι πεθαίνουν ετησίως εξαιτίας μεταδιδόμενων νοσημάτων, τα οποία οφείλονται στην κλιματική αλλαγή. Και στο μέλλον θα υπάρξει κλιμάκωση.
Αυτή η ανθρώπινη λειτουργία οφείλεται τόσο στην αδυναμία κατανόησης της πολύπλοκης πλέον πραγματικότητας λόγω της τεράστιας ροής πληροφοριών, κοινών και επιστημονικών, όσο και της νεοφιλελεύθερης ανταγωνιστικής λογικής του κέρδους αλλά και της συνεχούς ανάπτυξης και της κοινωνίας του θεάματος. Το νόημα της ανθρώπινης ύπαρξης και δράσης κινείται έξω από αυτόν. Το αναζητεί στην απόδοση της εσωτερικής λογικής του συστήματος, κοινωνικού, οικονομικού, πολιτικού, χωρίς να ισορροπεί στις δικές του ανάγκες ως ατόμου και μέλους μιας ορατής κοινωνίας.
Και επειδή το άτομο δεν διαθέτει ένα μεθοδολογικό εργαλείο για τη νοητική επεξεργασία της πραγματικότητας σε κάθε κοινωνικό σύστημα, ούτε και η ενεργός μνήμη μπορεί να καλύψει το σύνολο των πληροφοριών, που διαχέονται στο σύνολο των κοινωνικών συστημάτων, είναι εκτεθειμένο στις δυνατότητες κάθε συλλογικού υποκειμένου, το οποίο διαθέτει μηχανισμούς ικανούς να καλύψουν τα κενά του ατόμου. Αυτά τα συλλογικά υποκείμενα είτε είναι φορείς του πολιτικού συστήματος είτε άλλων κοινωνικών συστημάτων (οικονομικού, συνδικαλιστικής έκφρασης, παραγωγής γνώσης, κ.λπ.), μπορούν στο πλαίσιο του δημόσιου λόγου και διαλόγου να δημιουργήσουν τις προϋποθέσεις για την ενεργοποίηση διαδικασιών επιλογής και λήψης αποφάσεων σε ατομικό επίπεδο.
Με αυτή την έννοια η αγανάκτηση σε ατομικό επίπεδο και η έκφρασή της με μαζικό τρόπο δεν οδηγεί αναγκαστικά σε λειτουργικές ανατροπές. Πολύ περισσότερο αποτελεί πρόσφορο έδαφος για κάθε μορφής χειραγώγηση, ιδιαιτέρως μάλιστα όταν βασίζεται η ένταση της αγανάκτησης στο θυμικό.
Σε συνδυασμό δε με την αναζήτηση νοήματος από το άτομο στην απόδοση της εσωτερικής λογικής των διαφόρων κοινωνικών συστημάτων (στο οικονομικό για την κερδοφορία, στο κοινωνικό για την αναγνωρισιμότητα κ.λπ.) ουσιαστικά διαμορφώνονται οι προϋποθέσεις για ανάπτυξη δράσης χωρίς συνειδητοποίηση των επιπτώσεων στην πραγματικότητα σε βάθος χρόνου.
Εάν λάβουμε υπόψη δε, ότι η έκφραση της αγανάκτησης δεν εκφράζεται στο πλαίσιο οργανωμένων δομών, τότε η σταδιακή άμβλυνση της έντασης και η σμίκρυνση της διάρκειας της δραστηριοποίησης των αγανακτισμένων λειτουργούν αρνητικά σε σχέση με την επίτευξη των στόχων, τους οποίους επιδιώκουν. Προς αυτή την κατεύθυνση συμβάλλει και η αδυναμία ανάπτυξης δομημένου και με θεσμικό χαρακτήρα διαλόγου.
Προοπτική στην «αγανάκτηση» μπορεί να δοθεί, εάν ο λόγος που εκφέρεται από τα άτομα-φορείς της, εκφρασθεί στο πλαίσιο της κοινωνίας πολιτών. Σε αυτή την περίπτωση βεβαίως προϋποτίθεται, ότι έχουν αναπτυχθεί τα αντίστοιχα συλλογικά υποκείμενα, το οποία με τη δικτυακή τους λειτουργία είναι σε θέση να επεξεργασθούν και να αρθρώσουν δημόσιο λόγο, ο οποίος θα βασίζεται σε τεκμηριωμένες θέσεις και θα μπορεί να εκφράσει το δημόσιο συμφέρον και το νόημα στη ζωή των ατόμων, το οποίο βασίζεται στις πραγματικές τους ανάγκες. Προϋπόθεση γι’ αυτό είναι η μη αναζήτησή του στην απόδοση της εσωτερικής λογικής των κοινωνικών συστημάτων και τους ρόλους που αυτά προβλέπουν για τα άτομα, προκειμένου να είναι λειτουργικά.
Από το άλλο μέρος πρέπει να υπάρχει ένα πολιτικό σύστημα με μηχανισμούς επιστημονικής τεκμηρίωσης, ικανό να αρθρώνει πολιτικό λόγο χωρίς πελατειακή λογική και το οποίο θα είναι σε θέση να διαλέγεται τόσο με την κοινωνία όσο και στο εσωτερικό του (διακομματικός διάλογος), ώστε να μπορεί να λειτουργεί με συναινέσεις. Ο δε πολιτικός λόγος πρέπει να βασίζεται σε κοινωνικές αξίες, οι οποίες υπερβαίνουν την ωφελιμιστική λογική και ανταποκρίνονται στις πραγματικές ανάγκες και όχι στις απαιτήσεις του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού. Πραγματικές είναι οι ανάγκες, που δεν μετατρέπουν τον άνθρωπο σε όργανο επίτευξης συστημικών στόχων, οι οποίοι από το ένα μέρος παραμορφώνουν την ανθρώπινη ύπαρξη μετατρέποντας την σε διεκπεραιωτή ρόλων και από το άλλο απομακρύνουν τον άνθρωπο από τη φυσική του λειτουργία στον πλανήτη μετατρέποντάς τον σε παράγοντα διακινδύνευσης των ισορροπιών στο φυσικό οικοσύστημα.
Ειδάλλως διαμορφώνονται συνθήκες κατάρρευσης της κοινωνικής συνοχής και ανάπτυξης φαινομένων βίαιων ανατροπών. Η προβληματική της βίας απασχολεί τα κινήματα των νέων. Δεν την προτιμούν ως μέσο αντιπαράθεσης, αλλά δεν την αποκλείουν ως μέσο άμυνας, όταν δέχονται βίαιη επίθεση. Και αυτό είναι επικίνδυνο, όταν στο πλαίσιο των χαλαρών από άποψη συνοχής κινητοποιήσεων των αγανακτισμένων η όποια βίαιη συμπεριφορά δεν ελέγχεται από οργανωμένα συλλογικά υποκείμενα της κοινωνικής βάσης.
Ο κίνδυνος μάλιστα μεγιστοποιείται σε περίπτωση έλλειψης κοινωνικών δομών, όταν σε θεσμικό επίπεδο υπάρχει έλλειμμα εμπιστοσύνης. Σε αυτή την περίπτωση διατρέχει μεγάλο κίνδυνο αποσταθεροποίησης το δημοκρατικό πολίτευμα και ας αποτελεί αίτημα των αγανακτισμένων η δημοκρατία με την έννοια της κυριαρχίας της εκφρασμένης λαϊκής βούλησης και ο επαναπροσδιορισμός του ρόλου του χρηματοπιστωτικού συστήματος.
Το σύστημα κοινωνικής οργάνωσης σε γενικευμένο βαθμό έχει αρχίσει να εξαντλεί τα όρια του. Οι αγανακτισμένοι εκφράζουν τα συμπτώματα της επερχόμενης γενικότερης κρίσης.
Πηγή: Monthly Review
Αγανακτισμένοι και εσωτερική λογική του συστήματος
Reviewed by Κοίτα τον Ουρανό
on
6:33:00 μ.μ.
Rating:
1 σχόλιο:
Εξαιρετικό κείμενο με αξιόλογες προτάσεις.
Δημοσίευση σχολίου