Βασικές θέσεις για το χαρακτήρα και το ρόλο της έρευνας
Ο Σύλλογος Προσωπικού του ΕΚΚΕ όπως και το ΔΣ του Κέντρου έχουν συμμετάσχει με σειρά κειμένων στο διάλογο για την αναδιάρθρωση του ερευνητικού ιστού της χώρας. Το παρόν κείμενο συνοψίζει τα κεντρικότερα ζητήματα που αφορούν τόσο το χαρακτήρα και το ρόλο της έρευνας γενικότερα όσο και τη σημασία της κοινωνικής έρευνας ειδικότερα.
1. Τήρηση της συνταγματικής επιταγής του άρθρου 16 («…η έρευνα τελεί υπό την προστασία και την εγγύηση του Κράτους») από την οποία συνάγεται ότι πρέπει να υπάρχουν και να λειτουργούν εθνικά ερευνητικά κέντρα δημόσιου χαρακτήρα.
Ο νομοθέτης, ακολουθώντας το Σύνταγμα, έκρινε ότι εφόσον η έρευνα αποτελεί δημόσιο αγαθό, πρέπει σε συγκεκριμένους σημαντικούς για την προστασία του δημόσιου συμφέροντος τομείς να διεξάγεται από ερευνητικούς φορείς που έχουν την μορφή ΝΠΔΔ, βασίζουν τη λειτουργία τους σε ακαδημαϊκά κριτήρια, λειτουργούν υπό δημόσιο έλεγχο και εποπτεία μέσω των ποικίλων ελεγκτικών μηχανισμών και δεν εξαρτώνται από περιορισμούς που θέτει η αναζήτηση χρηματοδοτικών μηχανισμών με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια. Η επιλογή της μετατροπής του νομικού χαρακτήρα των δημοσίων ερευνητικών κέντρων πέρα απο τα συνταγματικά ζητήματα που εγείρει καθιστά επισφαλή τη διαφάνεια διαχείρισης των δημόσιων πόρων.
Ως εκ τούτου η υπεράσπιση του νομικού προσώπου των δημόσιων ερευνητικών κέντρων είναι συνταγματική υποχρέωση της Πολιτείας και συνδέεται άρρηκτα με την υπεράσπιση της αυτονομίας της ερευνητικής δραστηριότητας και την ακαδημαϊκή φυσιογνωμία των ερευνητικών κέντρων ως φορέων παραγωγής επιστημονικής γνώσης.
2. Δημόσια προστασία της κοινωνικής έρευνας
Η δημόσια προστασία της κοινωνικής έρευνας είναι πρωταρχικής σημασίας για το μοναδικό κέντρο κοινωνικών ερευνών όπως είναι το ΕΚΚΕ, διαχρονική αποστολή του οποίου είναι η μελέτη της ελληνικής κοινωνίας και η προαγωγή των κοινωνικών επιστημών.
Το ΕΚΚΕ υπηρετεί τη θεωρητικά τεκμηριωμένη κοινωνική έρευνα με διπλό στόχο: αφενός την παραγωγή γνώσης για ακαδημαϊκή χρήση και, αφετέρου, την τεκμηρίωση του σχεδιασμού δημόσιων πολιτικών. Ζητήματα όπως η φτώχεια, η ανεργία, η απασχόληση, η μετανάστευση, η εγκληματικότητα, η πολιτική συμμετοχή, η δημόσια διοίκηση, οι διακρίσεις ως προς το φύλο, οι χωρικές ανισότητες και διαχωρισμοί, η οικογένεια, η εκπαίδευση, οι δημογραφικές εξελίξεις, η άσκηση κοινωνικής πολιτικής είναι εθνικής και στρατηγικής σημασίας για τη λειτουργία του κράτους, της κοινωνίας και των θεσμών τους. Ιδιαίτερα σε εποχή όξυνσης των κοινωνικών προβλημάτων και των ανισοτήτων, η Πολιτεία έχει την υποχρέωση να ενδιαφέρεται για τη χάραξη επιστημονικά τεκμηριωμένης κοινωνικής πολιτικής και να μην αποποιείται αυτή την ευθύνη με πρόσχημα τον οικονομικό εξορθολογισμό.
Επειδή τα «προϊόντα» της κοινωνικής έρευνας δεν έλκουν κατά κανόνα ιδιώτες επενδυτές και επιχειρήσεις αλλά απευθύνονται κυρίως στην κοινωνία και την Πολιτεία, οι πολιτικές ιδιωτικοποίησης της κοινωνικής έρευνας αναπόφευκτα οδηγούν στο μαρασμό και την εξαφάνισή της.
3. Διασφάλιση-ανάπτυξη της κοινωνικής έρευνας σε εποχή κρίσιμων εξελίξεων για την ελληνική κοινωνία
Η ενδυνάμωση ενός φορέα δημόσιου χαρακτήρα όπως το Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών θα έπρεπε να αποτελεί προτεραιότητα της Πολιτείας σε μια εποχή τόσο κρίσιμων και δραματικών αλλαγών για την ελληνική κοινωνία. Η κοινωνική έρευνα είναι περισσότερο απο ποτέ αναγκαία για την ανάδειξη και επίλυση των κοινωνικών προβλημάτων, για τη χάραξη πολιτικής και την οργάνωση δημόσιων δράσεων. Η ανάδειξη του ΕΚΚΕ σε πόλο έλξης και συντονισμού άλλων ινστιτούτων-φορέων-κέντρων που δραστηριοποιούνται σε επιμέρους τομείς της κοινωνικής έρευνας, διασφαλίζει την πολλαπλασιαστική ωφέλεια που μπορεί να προσποριστεί η Πολιτεία απο την κοινωνική έρευνα.
Η ύπαρξη ενός κέντρου που τεκμηριώνει, αναλύει και ερμηνεύει τις κοινωνικοοικονομικές διαδικασίες αποτελεί σημαντική βοήθεια για τη χάραξη εύστοχων και αποτελεσματικών πολιτικών αλλά και στοιχείο σοβαρότητας και διαφάνειας όσον αφορά την έδραση των πολιτικών αυτών. Η ύπαρξη και ανάπτυξη ενός τέτοιου Κέντρου δεν μπορεί παρά να αποτελεί ευθύνη του δημόσιου τομέα, τόσο λόγω της έλλειψης ενδιαφέροντος απο τον ιδιωτικό τομέα για την κοινωνική έρευνα, όσο και λόγω της σύγκρουσης συμφερόντων που προκύπτει απο τον κατ’εξοχήν κριτικό χαρακτήρα της κοινωνικής έρευνας.
4. Ανάγκη ανασύστασης των Ινστιτούτων του ΕΚΚΕ
Η συγχώνευση των τριών ενεργών Ινστιτούτων του ΕΚΚΕ σε ένα, από την προηγούμενη ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας, υπήρξε επιζήμια για το Κέντρο.
Το ΕΚΚΕ είναι το μοναδικό κέντρο κοινωνικών ερευνών στην Ελλάδα. Συνεπώς η συγχώνευση των ινστιτούτων του δεν υπαγορεύθηκε απο μια εξορθολογιστική ανάγκη επιστημονικού ή οικονομικού περιεχομένου, ούτε υπαγορεύθηκε απο την ανάγκη άρσης αλληλεπικαλύψεων μεταξύ ινστιτούτων με παρόμοιο αντικείμενο. Η συγχώνευση απλώς οδήγησε στη συρρίκνωση των υφιστάμενων δομών κοινωνικής έρευνας στην Ελλάδα. Ας σημειωθεί ότι ουδέποτε ενεργοποιήθηκαν, με ευθύνη της Πολιτείας, τα τρία από τα έξι Ινστιτούτα που προέβλεπε αρχικά ο οργανισμός λειτουργίας του ΕΚΚΕ (Π.Δ. 342, ΦΕΚ 3/10/86 αρ. 150) και η συνακόλουθη τροποποίησή του (ΦΕΚ 29/10/96, αρ. 264). Επιπλέον, η ακολουθούμενη πολιτική δραστικού περιορισμού προκήρυξης νέων θέσεων έχει οδηγήσει διαχρονικά στη μείωση του ανθρώπινου δυναμικού του Κέντρου.
Η συγχώνευση των ενεργών Ινστιτούτων αντιστρατεύεται τις δυνατότητες επιστημονικής εξειδίκευσης μέσω των οποίων επιτυγχάνεται η προώθηση της Αριστείας. Η συγχώνευση, δηλαδή διάλυση, αυτών των ινστιτούτων πλήττει την ερευνητική φυσιογνωμία του Κέντρου, ακυρώνοντας μέρος της θεσμικής του υπόστασης με βάση την οποία μπορεί να διεκδικεί Αριστεία σε συγκεκριμένα ερευνητικά αντικείμενα, να αναπτύσσει ερευνητικές υποδομές και συνεργασίες με ερευνητικούς και πανεπιστημιακούς φορείς στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Οι κοινωνικές επιστήμες δεν αποτελούν ένα ενιαίο γνωστικό επιστημονικό πεδίο, αλλά χαρακτηρίζονται εδώ και αιώνες από ένα εύρος επιστημονικών εξειδικεύσεων που ανάγονται στην πολυσύνθετη οικονομική πολιτική και κοινωνική πραγματικότητα. Η εξοικονόμηση πόρων που επιτεύχθηκε με την συγχώνευση των Ινστιτούτων του ΕΚΚΕ είναι μηδαμινή, καθώς περιορίζεται στην κατάργηση δύο διευθυντικών θέσεων. Πρέπει να σημειωθεί ότι οι διευθυντές προέρχονται κατά κανόνα από τον πανεπιστημιακό χώρο και συνεπώς η οικονομική επιβάρυνση συνίσταται στο επίδομα θέσης (περίπου 590 ευρώ μηνιαίως).
Η Πολιτεία οφείλει να διαφυλάξει την αυτοτέλεια του ΕΚΚΕ στο πλαίσιο των νέων σχεδιασμών για την έρευνα και λαμβάνοντας υπόψη τη συσσωρευμένη τεχνογνωσία του ΕΚΚΕ, τις σύγχρονες διεθνείς επιστημονικές τάσεις και τις προοπτικές συμβολής του Κέντρου στη διαμόρφωση των δημόσιων πολιτικών στη χώρα μας, οφείλει να προωθήσει την ανασύσταση των Ινστιτούτων.
5. Η αυτοτέλεια του ΕΚΚΕ ως δημόσιου οργανισμού κοινωνικής έρευνας πρέπει να διαφυλαχθεί
Η αυτοτέλεια του ΕΚΚΕ πρέπει να διαφυλαχθεί ώστε να προστατευθεί το κύρος μιας επωνυμίας που είναι διεθνώς αναγνωρίσιμη και έχει γίνει πόλος έλξης διεθνών επιστημονικών συνεργασιών και ερευνητικών κονδυλίων.
Το ΕΚΚΕ, ως το μοναδικό Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών, το οποίο λειτουργεί αδιάλειπτα από το 1959 -ακόμα και κατά την περίοδο της δικτατορίας- διαθέτει ερευνητικό προσωπικό υψηλών προσόντων και απορροφά μεγάλο αριθμό ευρωπαϊκών προγραμμάτων. Το Κέντρο αξιολογείται συστηματικά από το 1995 και επαινείται για το παραγόμενο έργο του παρά το γεγονός ότι δεν του έχει δοθεί η δυνατότητα πλήρους λειτουργίας (ανενεργό ινστιτούτο, διοικητικά κενά…). Εκδίδει ένα από τα πιο έγκυρα περιοδικά της χώρας στις κοινωνικές επιστήμες, την Επιθεώρηση Κοινωνικών Ερευνών. Διαθέτει μια από τις μεγαλύτερες βιβλιοθήκες στις ανθρωπιστικές και κοινωνικές επιστήμες και ένα πλουσιότατο αρχείο δεδομένων εμπειρικών ερευνών. Συμμετέχει σε σταθερή βάση σε πολλά διεθνή επιστημονικά δίκτυα εκ των οποίων ορισμένα βρίσκονται στην πρωτοπορία της κοινωνικής έρευνας στην Ευρώπη (Council of European Social Science Data Archives-CESSDA, European Social Survey-ESS). Στη διάρκεια αυτών των πενήντα ετών έχει «κτίσει» ένα όνομα δηλωτικό της επιστημονικής αξιοπιστίας, της συνέχειας και της καλής συνεργασίας.
Η σημερινή ηγεσία του Υπουργείου Ανάπτυξης εξέφρασε στο πλαίσιο των προγραμματικών δηλώσεων της κυβέρνησης την πρόθεσή της να προωθήσει σχέδιο συγχωνεύσεων στον ερευνητικό ιστό της χώρας. Όπως ορθά αναγνωρίζει η ηγεσία του ΥΠΑΝ το όφελος από ένα τέτοιο σχέδιο δεν είναι οικονομικό. Το επιχείρημα της ηγεσίας του ΥΠΑΝ είναι ότι οι συγχωνεύσεις μπορούν να καταπολεμήσουν τον κατακερματισμό στην έρευνα. Ωστόσο, πρέπει να σημειωθεί, ότι το ΕΚΚΕ αποτελεί το μοναδικό Ερευνητικό Κέντρο κοινωνικών επιστημών στη χώρα μας. Συνεπώς δεν τίθεται θέμα αλληλοεπικάλυψης με άλλα ερευνητικά κέντρα. Ενέργειες που αποσκοπούν στην κατάργηση της αυτοτέλειας του ΕΚΚΕ οδηγούν αναπόφευτκτα στη συρρίκνωση έως και την εξαφάνιση της κοινωνικής έρευνας στην Ελλάδα.
6. Ουσιαστική συμμετοχή του συνόλου της ερευνητικής κοινότητας στο δημόσιο διάλογο για την αναδιάρθρωση του ερευνητικού ιστού
Η ερευνητική κοινότητα έχει επανειλημμένα έως τώρα κληθεί να διαβουλευθεί επι μιας σειράς σχεδίων αναδιάρθρωσης χωρίς σαφή επιστημονικό προσανατολισμό και το κυριότερο χωρίς τεκμηριωμένη αποτίμηση του κόστους-oφέλους των επιχειρούμενων αλλαγών. Ο ουσιαστικός και αποτελεσματικός διάλογος για τα ζητήματα του ερευνητικού ιστού προυποθέτει την ενεργή συμμετοχή της ερευνητικής κοινότητας, με κάθε μορφή θεσμικής εκπροσώπησής της.
Το Δ.Σ. του Συλλόγου Προσωπικού Εθνικού Κέντρου Κοινωνικών Ερευνών (ΕΚΚΕ)
1. Τήρηση της συνταγματικής επιταγής του άρθρου 16 («…η έρευνα τελεί υπό την προστασία και την εγγύηση του Κράτους») από την οποία συνάγεται ότι πρέπει να υπάρχουν και να λειτουργούν εθνικά ερευνητικά κέντρα δημόσιου χαρακτήρα.
Ο νομοθέτης, ακολουθώντας το Σύνταγμα, έκρινε ότι εφόσον η έρευνα αποτελεί δημόσιο αγαθό, πρέπει σε συγκεκριμένους σημαντικούς για την προστασία του δημόσιου συμφέροντος τομείς να διεξάγεται από ερευνητικούς φορείς που έχουν την μορφή ΝΠΔΔ, βασίζουν τη λειτουργία τους σε ακαδημαϊκά κριτήρια, λειτουργούν υπό δημόσιο έλεγχο και εποπτεία μέσω των ποικίλων ελεγκτικών μηχανισμών και δεν εξαρτώνται από περιορισμούς που θέτει η αναζήτηση χρηματοδοτικών μηχανισμών με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια. Η επιλογή της μετατροπής του νομικού χαρακτήρα των δημοσίων ερευνητικών κέντρων πέρα απο τα συνταγματικά ζητήματα που εγείρει καθιστά επισφαλή τη διαφάνεια διαχείρισης των δημόσιων πόρων.
Ως εκ τούτου η υπεράσπιση του νομικού προσώπου των δημόσιων ερευνητικών κέντρων είναι συνταγματική υποχρέωση της Πολιτείας και συνδέεται άρρηκτα με την υπεράσπιση της αυτονομίας της ερευνητικής δραστηριότητας και την ακαδημαϊκή φυσιογνωμία των ερευνητικών κέντρων ως φορέων παραγωγής επιστημονικής γνώσης.
2. Δημόσια προστασία της κοινωνικής έρευνας
Η δημόσια προστασία της κοινωνικής έρευνας είναι πρωταρχικής σημασίας για το μοναδικό κέντρο κοινωνικών ερευνών όπως είναι το ΕΚΚΕ, διαχρονική αποστολή του οποίου είναι η μελέτη της ελληνικής κοινωνίας και η προαγωγή των κοινωνικών επιστημών.
Το ΕΚΚΕ υπηρετεί τη θεωρητικά τεκμηριωμένη κοινωνική έρευνα με διπλό στόχο: αφενός την παραγωγή γνώσης για ακαδημαϊκή χρήση και, αφετέρου, την τεκμηρίωση του σχεδιασμού δημόσιων πολιτικών. Ζητήματα όπως η φτώχεια, η ανεργία, η απασχόληση, η μετανάστευση, η εγκληματικότητα, η πολιτική συμμετοχή, η δημόσια διοίκηση, οι διακρίσεις ως προς το φύλο, οι χωρικές ανισότητες και διαχωρισμοί, η οικογένεια, η εκπαίδευση, οι δημογραφικές εξελίξεις, η άσκηση κοινωνικής πολιτικής είναι εθνικής και στρατηγικής σημασίας για τη λειτουργία του κράτους, της κοινωνίας και των θεσμών τους. Ιδιαίτερα σε εποχή όξυνσης των κοινωνικών προβλημάτων και των ανισοτήτων, η Πολιτεία έχει την υποχρέωση να ενδιαφέρεται για τη χάραξη επιστημονικά τεκμηριωμένης κοινωνικής πολιτικής και να μην αποποιείται αυτή την ευθύνη με πρόσχημα τον οικονομικό εξορθολογισμό.
Επειδή τα «προϊόντα» της κοινωνικής έρευνας δεν έλκουν κατά κανόνα ιδιώτες επενδυτές και επιχειρήσεις αλλά απευθύνονται κυρίως στην κοινωνία και την Πολιτεία, οι πολιτικές ιδιωτικοποίησης της κοινωνικής έρευνας αναπόφευκτα οδηγούν στο μαρασμό και την εξαφάνισή της.
3. Διασφάλιση-ανάπτυξη της κοινωνικής έρευνας σε εποχή κρίσιμων εξελίξεων για την ελληνική κοινωνία
Η ενδυνάμωση ενός φορέα δημόσιου χαρακτήρα όπως το Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών θα έπρεπε να αποτελεί προτεραιότητα της Πολιτείας σε μια εποχή τόσο κρίσιμων και δραματικών αλλαγών για την ελληνική κοινωνία. Η κοινωνική έρευνα είναι περισσότερο απο ποτέ αναγκαία για την ανάδειξη και επίλυση των κοινωνικών προβλημάτων, για τη χάραξη πολιτικής και την οργάνωση δημόσιων δράσεων. Η ανάδειξη του ΕΚΚΕ σε πόλο έλξης και συντονισμού άλλων ινστιτούτων-φορέων-κέντρων που δραστηριοποιούνται σε επιμέρους τομείς της κοινωνικής έρευνας, διασφαλίζει την πολλαπλασιαστική ωφέλεια που μπορεί να προσποριστεί η Πολιτεία απο την κοινωνική έρευνα.
Η ύπαρξη ενός κέντρου που τεκμηριώνει, αναλύει και ερμηνεύει τις κοινωνικοοικονομικές διαδικασίες αποτελεί σημαντική βοήθεια για τη χάραξη εύστοχων και αποτελεσματικών πολιτικών αλλά και στοιχείο σοβαρότητας και διαφάνειας όσον αφορά την έδραση των πολιτικών αυτών. Η ύπαρξη και ανάπτυξη ενός τέτοιου Κέντρου δεν μπορεί παρά να αποτελεί ευθύνη του δημόσιου τομέα, τόσο λόγω της έλλειψης ενδιαφέροντος απο τον ιδιωτικό τομέα για την κοινωνική έρευνα, όσο και λόγω της σύγκρουσης συμφερόντων που προκύπτει απο τον κατ’εξοχήν κριτικό χαρακτήρα της κοινωνικής έρευνας.
4. Ανάγκη ανασύστασης των Ινστιτούτων του ΕΚΚΕ
Η συγχώνευση των τριών ενεργών Ινστιτούτων του ΕΚΚΕ σε ένα, από την προηγούμενη ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας, υπήρξε επιζήμια για το Κέντρο.
Το ΕΚΚΕ είναι το μοναδικό κέντρο κοινωνικών ερευνών στην Ελλάδα. Συνεπώς η συγχώνευση των ινστιτούτων του δεν υπαγορεύθηκε απο μια εξορθολογιστική ανάγκη επιστημονικού ή οικονομικού περιεχομένου, ούτε υπαγορεύθηκε απο την ανάγκη άρσης αλληλεπικαλύψεων μεταξύ ινστιτούτων με παρόμοιο αντικείμενο. Η συγχώνευση απλώς οδήγησε στη συρρίκνωση των υφιστάμενων δομών κοινωνικής έρευνας στην Ελλάδα. Ας σημειωθεί ότι ουδέποτε ενεργοποιήθηκαν, με ευθύνη της Πολιτείας, τα τρία από τα έξι Ινστιτούτα που προέβλεπε αρχικά ο οργανισμός λειτουργίας του ΕΚΚΕ (Π.Δ. 342, ΦΕΚ 3/10/86 αρ. 150) και η συνακόλουθη τροποποίησή του (ΦΕΚ 29/10/96, αρ. 264). Επιπλέον, η ακολουθούμενη πολιτική δραστικού περιορισμού προκήρυξης νέων θέσεων έχει οδηγήσει διαχρονικά στη μείωση του ανθρώπινου δυναμικού του Κέντρου.
Η συγχώνευση των ενεργών Ινστιτούτων αντιστρατεύεται τις δυνατότητες επιστημονικής εξειδίκευσης μέσω των οποίων επιτυγχάνεται η προώθηση της Αριστείας. Η συγχώνευση, δηλαδή διάλυση, αυτών των ινστιτούτων πλήττει την ερευνητική φυσιογνωμία του Κέντρου, ακυρώνοντας μέρος της θεσμικής του υπόστασης με βάση την οποία μπορεί να διεκδικεί Αριστεία σε συγκεκριμένα ερευνητικά αντικείμενα, να αναπτύσσει ερευνητικές υποδομές και συνεργασίες με ερευνητικούς και πανεπιστημιακούς φορείς στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Οι κοινωνικές επιστήμες δεν αποτελούν ένα ενιαίο γνωστικό επιστημονικό πεδίο, αλλά χαρακτηρίζονται εδώ και αιώνες από ένα εύρος επιστημονικών εξειδικεύσεων που ανάγονται στην πολυσύνθετη οικονομική πολιτική και κοινωνική πραγματικότητα. Η εξοικονόμηση πόρων που επιτεύχθηκε με την συγχώνευση των Ινστιτούτων του ΕΚΚΕ είναι μηδαμινή, καθώς περιορίζεται στην κατάργηση δύο διευθυντικών θέσεων. Πρέπει να σημειωθεί ότι οι διευθυντές προέρχονται κατά κανόνα από τον πανεπιστημιακό χώρο και συνεπώς η οικονομική επιβάρυνση συνίσταται στο επίδομα θέσης (περίπου 590 ευρώ μηνιαίως).
Η Πολιτεία οφείλει να διαφυλάξει την αυτοτέλεια του ΕΚΚΕ στο πλαίσιο των νέων σχεδιασμών για την έρευνα και λαμβάνοντας υπόψη τη συσσωρευμένη τεχνογνωσία του ΕΚΚΕ, τις σύγχρονες διεθνείς επιστημονικές τάσεις και τις προοπτικές συμβολής του Κέντρου στη διαμόρφωση των δημόσιων πολιτικών στη χώρα μας, οφείλει να προωθήσει την ανασύσταση των Ινστιτούτων.
5. Η αυτοτέλεια του ΕΚΚΕ ως δημόσιου οργανισμού κοινωνικής έρευνας πρέπει να διαφυλαχθεί
Η αυτοτέλεια του ΕΚΚΕ πρέπει να διαφυλαχθεί ώστε να προστατευθεί το κύρος μιας επωνυμίας που είναι διεθνώς αναγνωρίσιμη και έχει γίνει πόλος έλξης διεθνών επιστημονικών συνεργασιών και ερευνητικών κονδυλίων.
Το ΕΚΚΕ, ως το μοναδικό Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών, το οποίο λειτουργεί αδιάλειπτα από το 1959 -ακόμα και κατά την περίοδο της δικτατορίας- διαθέτει ερευνητικό προσωπικό υψηλών προσόντων και απορροφά μεγάλο αριθμό ευρωπαϊκών προγραμμάτων. Το Κέντρο αξιολογείται συστηματικά από το 1995 και επαινείται για το παραγόμενο έργο του παρά το γεγονός ότι δεν του έχει δοθεί η δυνατότητα πλήρους λειτουργίας (ανενεργό ινστιτούτο, διοικητικά κενά…). Εκδίδει ένα από τα πιο έγκυρα περιοδικά της χώρας στις κοινωνικές επιστήμες, την Επιθεώρηση Κοινωνικών Ερευνών. Διαθέτει μια από τις μεγαλύτερες βιβλιοθήκες στις ανθρωπιστικές και κοινωνικές επιστήμες και ένα πλουσιότατο αρχείο δεδομένων εμπειρικών ερευνών. Συμμετέχει σε σταθερή βάση σε πολλά διεθνή επιστημονικά δίκτυα εκ των οποίων ορισμένα βρίσκονται στην πρωτοπορία της κοινωνικής έρευνας στην Ευρώπη (Council of European Social Science Data Archives-CESSDA, European Social Survey-ESS). Στη διάρκεια αυτών των πενήντα ετών έχει «κτίσει» ένα όνομα δηλωτικό της επιστημονικής αξιοπιστίας, της συνέχειας και της καλής συνεργασίας.
Η σημερινή ηγεσία του Υπουργείου Ανάπτυξης εξέφρασε στο πλαίσιο των προγραμματικών δηλώσεων της κυβέρνησης την πρόθεσή της να προωθήσει σχέδιο συγχωνεύσεων στον ερευνητικό ιστό της χώρας. Όπως ορθά αναγνωρίζει η ηγεσία του ΥΠΑΝ το όφελος από ένα τέτοιο σχέδιο δεν είναι οικονομικό. Το επιχείρημα της ηγεσίας του ΥΠΑΝ είναι ότι οι συγχωνεύσεις μπορούν να καταπολεμήσουν τον κατακερματισμό στην έρευνα. Ωστόσο, πρέπει να σημειωθεί, ότι το ΕΚΚΕ αποτελεί το μοναδικό Ερευνητικό Κέντρο κοινωνικών επιστημών στη χώρα μας. Συνεπώς δεν τίθεται θέμα αλληλοεπικάλυψης με άλλα ερευνητικά κέντρα. Ενέργειες που αποσκοπούν στην κατάργηση της αυτοτέλειας του ΕΚΚΕ οδηγούν αναπόφευτκτα στη συρρίκνωση έως και την εξαφάνιση της κοινωνικής έρευνας στην Ελλάδα.
6. Ουσιαστική συμμετοχή του συνόλου της ερευνητικής κοινότητας στο δημόσιο διάλογο για την αναδιάρθρωση του ερευνητικού ιστού
Η ερευνητική κοινότητα έχει επανειλημμένα έως τώρα κληθεί να διαβουλευθεί επι μιας σειράς σχεδίων αναδιάρθρωσης χωρίς σαφή επιστημονικό προσανατολισμό και το κυριότερο χωρίς τεκμηριωμένη αποτίμηση του κόστους-oφέλους των επιχειρούμενων αλλαγών. Ο ουσιαστικός και αποτελεσματικός διάλογος για τα ζητήματα του ερευνητικού ιστού προυποθέτει την ενεργή συμμετοχή της ερευνητικής κοινότητας, με κάθε μορφή θεσμικής εκπροσώπησής της.
Το Δ.Σ. του Συλλόγου Προσωπικού Εθνικού Κέντρου Κοινωνικών Ερευνών (ΕΚΚΕ)
Βασικές θέσεις για το χαρακτήρα και το ρόλο της έρευνας
Reviewed by Antonisgal
on
1:19:00 μ.μ.
Rating:
1 σχόλιο:
This is an excellent post I seen thanks to share it. It is really what I wanted to see hope in future you will continue for sharing such a excellent post. νεα σημερα ελλαδα
Δημοσίευση σχολίου